Web
Analytics
Tag: αντιμετώπιση - Ο Δρόμος για την Θεραπεία

Γράφει: Ιωάννα Φούντζουλα, Παιδίατρος

 

Το μωρό ήρθε στο σπίτι και ξαφνικά όλα άλλαξαν. Με τον ερχομό του μωρού στο σπίτι, τα πράγματα δεν είναι πάντοτε τόσο ρόδινα και ιδανικά όσο φαντάζονται οι γονείς.

 

Ξαφνικά υπάρχει ένα νέο μέλος που αναστατώνει τη ρουτίνα τους, που δεν το γνωρίζουν ακόμη, και που διεκδικεί δυναμικά τη θέση του και την ικανοποίηση των αναγκών του άμεσα, έχοντας ως όπλο το κλάμα. Το πρώτο τρίμηνο είναι ένα διάστημα προσαρμογής τόσο για το μωρό όσο και για τους γονείς, που ειδικά στη σημερινή τεχνοκρατική εποχή πανικοβάλλονται με το κλάμα του μωρού και αναζητούν οδηγίες χρήσεως. Το πιο σημαντικό θέμα που αντιμετωπίζουν τα μωρά στο πρώτο τρίμηνο της ζωής τους είναι οι κολικοί.

Τι είναι λοιπόν οι κολικοί;

Οι κολικοί είναι το επίμονο κλάμα ενός υγιούς βρέφους, ηλικίας έως 3 μηνών, που διαρκεί περισσότερες από 3 ώρες την ημέρα για τουλάχιστον 3 ημέρες την εβδομάδα και για τουλάχιστον 3 εβδομάδες. Ένα υγιές βρέφος μετά τη δεύτερη εβδομάδα ζωής παρουσιάζει κολικούς, όταν εμφανίζει παροξυσμούς, έντονου κλάματος, που συνδυάζονται με κοκκίνισμα του προσώπου και καμπτικές ή εκστατικές κινήσεις χεριών και ποδιών προς την κοιλιά. Οι κολικοί δεν είναι συνεχής πόνος, αλλά παροξυσμικός, που συνήθως δημιουργείται όταν το μωρό αποβάλλει αέρια ή κόπρανα, και επανέρχονται λίγο αργότερα. Παρουσιάζουν διακυμάνσεις στη συχνότητα και την έντασή τους, και ο πόνος είναι πιο έντονος τις απογευματινές ή βραδινές ώρες. Είναι σημαντικό να επισημάνουμε ότι δεν έχει αποδειχθεί συσχέτιση με το φύλο. Συνεπώς, υποφέρουν κοριτσάκια και αγοράκια.

Πού οφείλονται οι κολικοί των βρεφών;

Δυστυχώς δεν έχει αποσαφηνιστεί η αιτία των κολικών, παρότι έχουν διατυπωθεί πολλές θεωρίες. Ανάμεσα στις επικρατέστερες θεωρίες, θέση έχει η ανωριμότητα του γαστρεντερικού συστήματος ορισμένων βρεφών, που εκφράζονται με διαταραχή στην κινητικότητα του εντέρου. Σε μερικά βρέφη, επίσης, υπάρχει μειωμένη δραστικότητα ορισμένων ενζύμων που διασπούν τους υδατάνθρακες, όπως τη λακτόζη, με αποτέλεσμα να παράγονται πολλά αέρια στο έντερο του μωρού. Τελευταίες μελέτες ενοχοποιούν και κάποια βακτήρια, όπως η Klebsiella, που διαταράσσουν τη φυσιολογική χλωρίδα του εντέρου. Σε λίγες περιπτώσεις ενοχοποιείται αλλεργία στην πρωτεΐνη του αγελαδινού γάλακτος, οπότε χορηγείται υποαλλεργικό γάλα, ή η μητέρα που θηλάζει, βγάζει τελείως από το διαιτολόγιό της τα γαλακτοκομικά. Τελευταία, έδαφος κερδίζει και η νευροαναπτυξιακή θεωρία, που βλέπει τους κολικούς ως έκφραση νευρολογικής ανωριμότητας. Τα βρέφη που εμφανίζουν κολικούς, παρουσιάζονται πιο ευερέθιστα, υπεραντιδρούν στον πόνο και δυσκολεύονται να επανέλθουν σε κατάσταση ηρεμίας. Εδώ διαδραματίζει ρόλο και η αλληλεπίδραση μητέρας-βρέφους, και η σχέση που χτίζεται από τις πρώτες ημέρες ζωής μεταξύ τους. Έτσι θεωρείται ότι οι υπεραγχωμένες μητέρες δυσκολεύονται να χαλαρώσουν και να αφουγκραστούν τις ανάγκες του μωρού για επικοινωνία, οπότε προκύπτουν διαταραχές και ανισορροπίες σε αυτόν τον βασικό δεσμό. Ρόλο παίζει τόσο η προσωπικότητα της μητέρας όσο και οι ορμονικές αλλαγές που της συμβαίνουν και επιφέρουν ψυχολογικές μεταπτώσεις, καθώς και το έντονο άγχος για τη φροντίδα του νεογέννητου. Επιπλέον, συχνά ο μπαμπάς και οι γιαγιάδες δημιουργούν επιπλέον άγχος και ένταση στην ήδη εξαντλημένη μητέρα, φορτώνοντάς την ενοχές, ότι κακομαθαίνει το μωρό της με τις συχνές αγκαλιές ή ότι δεν το ταΐζει σωστά και επαρκώς. Ειδικά όταν υπάρχουν συγκρούσεις στη σχέση του ζευγαριού, η ένταση μεταφέρεται και στο ευαίσθητο βρέφος.

Όπως φαίνεται λοιπόν, η αιτιολογία των βρεφικών κολικών παραμένει ακόμη μια ημισκοτεινή υπόθεση, με πολλούς παράγοντες που φαίνεται να ευθύνονται.

Πώς όμως αντιμετωπίζονται;

Αυτό είναι και το επιτακτικό ερώτημα των γονιών. Καταρχήν χρειάζεται αποκλεισμός ορισμένων παθολογικών καταστάσεων που μπορεί να ευθύνονται για το κλάμα του μωρού, όπως ωτίτιδα, λοιμώξεις, αλλεργία στο γάλα αγελάδος, γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση, ή εντερική απόφραξη, που είναι αρκετά σπάνιες και συνήθως συνοδεύονται από άλλα συμπτώματα. Εφόσον λοιπόν, σε συνεργασία πάντα με τον παιδίατρο, βεβαιωθούμε ότι το βρέφος είναι υγιές, πρέπει να αντλήσουμε όσα αποθέματα υπομονής και ψυχραιμίας διαθέτουμε. Δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις που ταιριάζουν σε όλα τα μωρά και σε όλες τις οικογένειες, και τα βρέφη δεν διαθέτουν διακόπτη on-off. To μεγάλωμα του παιδιού είναι δουλειά πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, που πρέπει από πολύ νωρίς και με υπευθυνότητα να αναλάβει το ζευγάρι ενωμένο, μην αφήνοντας περιθώρια στο υπόλοιπο οικογενειακό περιβάλλον για παρεισφρήσεις, πέρα από βοήθεια σε πρακτικά ζητήματα.

  1. Στην περίπτωση που το βρέφος θηλάζει, καλό θα ήταν το πρώτο τρίμηνο η μαμά να αποφύγει τροφές που προκαλούν παραγωγή αερίων ή έντονη κινητικότητα του εντέρου, όπως τα όσπρια, ο καφές, το τσάι, τα ανθρακούχα ποτά, τα καρυκεύματα, τα πολλά φρούτα και τα πολλά λαχανικά.
  2. Σε ορισμένες περιπτώσεις που, παρά την παραπάνω δίαιτα, οι κολικοί επιμένουν, καλό θα ήταν να δοκιμάσει και τη μείωση των γαλακτοκομικών για περίπου 2 εβδομάδες και να παρατηρήσει την κλινική ανταπόκριση του βρέφους. Στην περίπτωση που το βρέφος τρέφεται με ξένο γάλα, θα μπορούσε να χορηγηθεί γάλα πιο ειδικό για κολικούς, με μικρότερη περιεκτικότητα σε λακτόζη.
  3. Ανακουφιστικά, στα επεισόδια των κολικών, προσπαθήστε να έχετε το μωρό αγκαλιά και σε θέση, έτσι ώστε να δίνετε θερμότητα και πίεση στην κοιλίτσα του. (Όρθιο σε στάση ρεψίματος, έτσι ώστε να πιέζεται η κοιλιά του στον ώμο σας, ενώ βαδίζετε ρυθμικά και μπρούμυτα πάνω στα πόδια σας.Βάλτε ένα ζεστό πανάκι πάνω στην κοιλίτσα του. Μπορείτε, επίσης, να δοκιμάσετε ένα απαλό «φάσκιωμα» ή ένα χλιαρό μπάνιο που θα χαλαρώσει το μωρό.
  4. Μια πιπίλα επίσης ή το μητρικό στήθος μπορεί να ανακουφίσει το μωρό που κλαίει, όπως επίσης και οι ρυθμικοί ήχοι, όπως ο ήχος του απορροφητήρα ή του σεσουάρ ή του ηλεκτρικού θήλαστρου. Μια ρυθμική μελωδία ή ένα νανούρισμα είναι εναλλακτικές λύσεις, όπως επίσης και να μην ξεχνάμε να τηρούμε ένα σχετικά σταθερό πρόγραμμα, χωρίς πολλές αλλαγές και πολλές επισκέψεις, που μπορεί να το αποσυντονίσουν.
  5. Τελευταία, κυκλοφορούν και κάποια μπιμπερό που διαθέτουν ειδικό σύστημα που συγκεντρώνει τις φυσαλίδες αέρα και έτσι μειώνει τον αέρα που καταπίνει το βρέφος, και παράλληλα μειώνει την πίεση που είναι υπεύθυνη για τη δημιουργία υγρού στα αφτιά των βρεφών. Υπάρχουν επίσης κάποια σκευάσματα που σε μερικές περιπτώσεις βοηθούν τα μικρά να ρευτούν καλύτερα, οπότε μειώνουν σε κάποιο βαθμό τους κολικούς. Θα πρέπει πάντοτε να χορηγούνται με την καθοδήγηση του παιδιάτρου.
  6. Δεδομένου ότι η ένταση περνάει στο βρέφος, όταν ένας γονιός είναι εξαντλημένος, πρέπει να αναλαμβάνει ο άλλος ή κάποιο άλλο πρόσωπο, έτσι ώστε να αποσυμφορηθεί η ένταση. Εξίσου βοηθητικό είναι οι γονείς να μοιράζονται τις εμπειρίες τους με άλλα ζευγάρια, γεγονός που τους παρηγορεί και τους κάνει να συνειδητοποιούν ότι οι κολικοί είναι ένα αρκετά συνηθισμένο φαινόμενο που υποχωρεί με το πέρασμα του χρόνου.

Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να θυμούνται ότι οι κολικοί υποχωρούν στο 60% των βρεφών στο τρίμηνο και στο 90% στο τετράμηνο ζωής, είναι ένα φυσιολογικό φαινόμενο, χωρίς συνέπειες στην υγεία, και δεν πρέπει να αφήνουν αυτήν την αρνητική εμπειρία να δηλητηριάσει τη σχέση εμπιστοσύνης και στοργής με το βρέφος τους, που χτίζεται σε αυτήν την πρώτη ευαίσθητη περίοδο της ζωής του.

 

Επιμέλεια: Βασιλική Ξανθού

 

Πηγή: www.familylife.gr

 

 

Το ολοένα αυξανόμενο ενδιαφέρον για τις διάχυτες αναπτυξιακές διαταραχές (ΔΑΔ), ή αλλιώς διαταραχές αυτιστικού φάσματος, στη νέα χιλιετία οφείλεται τόσο στην αυξημένη κάλυψη από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης όσο και στην ευρεία βιβλιογραφική ενημέρωση στα επιστημονικά περιοδικά.

Τι είναι οι ΔΑΔ;

Σύμφωνα με το Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders, Fourth Edition (DSM-IV), ο όρος εμπεριέχει τον αυτισμό (με μεγάλη ποικιλία στη σοβαρότητα και στην πρόγνωση), το σύνδρομο Asperger και τη διάχυτη διαταραχή της ανάπτυξης, μη δυνάμενη να οριστεί διαφορετικά (pervasive developmental disorders not otherwise specified, PDD-NOS).

Το παιδί με διάχυτη αναπτυξιακή διαταραχή παρουσιάζει δυσκολίες:

  1. στην κοινωνική επαφή: ένα παιδί με αυτισμό δίνει μεγαλύτερη προσοχή στα αντικείμενα ή στα μέρη των αντικειμένων παρά στους ανθρώπους, μπορεί να δέχεται την επαφή παθητικά, αλλά δεν την επιδιώκει
  2. στη λεκτική και μη λεκτική επικοινωνία: Η κατανόησή του δείχνει να περιορίζεται σε πράγματα που τον ενδιαφέρουν, ενώ είναι περιορισμένη η επικοινωνία με χειρονομίες, με την έκφραση του προσώπου ή με τη στάση του σώματος ή τον τόνο της φωνής καθώς και η κατανόηση των εκφράσεων-λεκτικών ή μη – των άλλων. Συχνά επαναλαμβάνουν σαν ηχώ όσα ακούν (ηχολαλία) και δυσκολεύονται να καταλάβουν τις εκφράσεις του προσώπου του συνομιλητή τους.
  3. στη συμπεριφορά: Το παιδί με αυτισμό έχει συχνά περιορισμένη φαντασία και πτωχό ρεπερτόριο ενεργειών, που το οδηγούν σε στερεότυπες κινήσεις και εκφράσεις και σε εμμονές με την ενασχόληση με συγκεκριμένα αντικείμενα, χωρίς συμβολικό παιχνίδι.

Ο όρος προέρχεται από την ελληνική λέξη «εαυτός» και επιλέχτηκε από τους Kanner και Asperger ακριβώς για να υποδηλώσει ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά των ατόμων, την έλλειψη ενδιαφέροντος ή ωριμότητας για επικοινωνία.

Το σύνδρομο Asperger διαγιγνώσκεται συνήθως σε μεγαλύτερες ηλικίες και περιγράφεται ως διαταραχή της κοινωνικότητας με περιορισμένο εύρος ενδιαφερόντων, με φυσιολογική νοημοσύνη και χωρίς διαταραχή στον λόγο. Ο λόγος αυτών των παιδιών συχνά περιγράφεται ως ιδιόμορφος και επιτηδευμένος («μεγαλίστικος») και συνήθως εστιάζουν τις συζητήσεις τους σε ασυνήθιστα θέματα.

Ο αυτισμός υψηλής λειτουργικότητας είναι για πολλούς συνώνυμος με το σύνδρομο Asperger, πρόκειται όμως για άτομα που διαγιγνώσκονται σε μικρότερη ηλικία, με φυσιολογικό ή ανώτερο νοητικό δυναμικό, με στοιχειώδη λόγο αλλά δυσκολία στις κοινωνικές σχέσεις και αρκετά άλλα συμπτώματα του αυτιστικού συνδρόμου.

Ο όρος διάχυτη διαταραχή της ανάπτυξης, μη δυνάμενη να οριστεί διαφορετικά (pervasive developmental disorders not otherwise specified, PDD-NOS) αναφέρεται σε περιπτώσεις παιδιών με ορισμένα αυτιστικά χαρακτηριστικά (autistic traits), χωρίς όμως να πληρούν επακριβώς τα διαγνωστικά κριτήρια του αυτισμού.

Ο αυτισμός συχνά συνυπάρχει με άλλες καταστάσεις, όπως διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητα, αδεξιότητα κτλ.

Εξάλλου, αυτισμός μπορεί να υπάρχει τόσο σε άτομο με χαμηλό δείκτη νοημοσύνης (δηλαδή μπορεί να συνυπάρχει με νοητική καθυστέρηση) όσο και σε ένα άτομο με ιδιαίτερες ικανότητες όπως στη μουσική ή στα μαθηματικά.

Πού οφείλεται;

Παρά την εκεταμένη έρευνα πάνω στην αιτιολογία των αυτιστικών διαταραχών, το ακριβές αίτιο είναι ακόμα μέχρι και σήμερα άγνωστο. Έχουν ενοχοποιηθεί διάφοροι νευροβιολογικοί παραγόντες, συμπεριλαμβανομένων και των γενετικών, που επηρεάζουν την λειτουργία του εγκεφάλου και κατά συνέπεια τους διάφορους τομείς κοινωνικής ανάπτυξης, κατά ένα ασταθή και ακανόνιστο τρόπο. Το σίγουρο πάντως είναι πως δεν οφείλονται σε προβληματικές σχέσεις γονέων με το παιδί ούτε προκαλούνται από συναισθηματικά προβλήματα.

Πόσο συχνές είναι οι αυτιστικές διαταραχές;

Οι αυτιστικές διαταραχές δεν είναι σπάνιες. Η συχνότητά τους στην Αμερική και Βόρεια Ευρώπη εκτιμάται 1 στα 150 παιδιά, με συχνότητα αγόρια/κορίτσια 3-4 προς ένα.
Η αύξηση στη συχνότητα του αυτισμού τα τελευταία χρόνια πιθανολογείται ότι οφείλεται σε διάφορους γενετικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες, οι οποίοι διερευνώνται, σίγουρα όμως οφείλεται και στην καλύτερη ενημέρωση των παιδιάτρων και του κοινού πάνω στις δυσκολίες αυτές και στη σημασία της έγκαιρης διάγνωσης και αντιμετώπισης. Οι παιδίατροι έρχονται συχνά αντιμέτωποι με παιδιά με αυτιστικές διαταραχές και είναι οι πλέον αρμόδιοι να παραπέμψουν το παιδί στον ειδικό παιδίατρο-αναπτυξιολόγο για την τελική διάγνωση και αντιμετώπιση.

Πώς μπορεί να γίνει η διάγνωση του αυτισμού;

Η ηλικία στην οποία συνήθως γίνεται η διάγνωση του αυτισμού είναι αυτή των 3-4 χρόνων. Πρόσφατα όμως, Αμερικάνικη Ακαδημία Παιδιατρικής ανακοίνωσε πρόσφατα ένα φιλόδοξο πρόγραμμα ενσωμάτωσης του προληπτικού ελέγχου των παιδιών για αυτιστικές διαταραχές στα πλαίσια της παρακολούθησης παιδιών χωρίς σοβαρά προβλήματα υγείας στην ηλικία των 18 μηνών και 24 μηνών (autism alert).
Η Ακαδημία προέβη στην ανακοίνωση αυτή μετά από την ολοένα αυξανόμενη συχνότητα των αυτιστικών διαταραχών και τις επιστημονικές ενδείξεις πως η πρώιμη αναγνώριση και παρέμβαση διαφοροποιεί την έκβαση αυτών των παιδιών.
Οι περισσότεροι γονείς αρχίζουν να ανησυχούν συνήθως μετά την ηλικία των 24 μηνών, λόγω της καθυστέρησης λόγου, υπάρχουν όμως πρωιμότερα σημεία στη βρεφική ηλικία που μπορούν να επιταχύνουν τη διάγνωση, όπως:

  • Όταν το βρέφος δεν γυρίζει προς τον γονέα που τον καλεί με το όνομά του.
  • Δεν γυρίζει όταν ο γονέας δείχνει σε κάτι λέγοντας « κοίτα το...».
  • Όταν δεν δείχνει το ίδιο στους γονείς του κάτι που τον/την ενδιαφέρει.
  • Όταν δεν προσπαθεί να επικοινωνήσει ούτε με μονο/πολύ-συλλαβική φλυαρία/μπαμπαλίζοντας.
  • Όταν καθυστερεί να χαμογελάσει.
  • Όταν δεν έχει βλεμματική επαφή.
  • Όταν δεν προσπαθεί να εκφραστεί φωνητικά (π.χ. να πει «ω!», «αα!» ή να πει το όνομά του), ενώ έχει καλή αναγνώριση των ήχων του περιβάλλοντος.
  • Σε μεγαλύτερα παιδιά, οι γλωσσικές στερεοτυπίες, η ηχολαλία/επανάληψη όσων ακούει το παιδί χωρίς ένδειξη ότι καταλαβαίνει το νόημα τους και η χρησιμοποίηση άσχετων (pop up) και μεγάλων λέξεων, χωρίς πρόθεση επικοινωνίας.

Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις, το παιδί θα πρέπει να παραπέμπεται για αναπτυξιολογικό έλεγχο, ο οποίος περιλαμβάνει έλεγχο με σταθμισμένα ψυχομετρικά εργαλεία, αξιολόγηση της λειτουργικότητας του παιδιού, φυσική και νευρολογική εξέταση και, αν κριθεί απαραίτητο, εργαστηριακό έλεγχο. Η διερεύνηση εκτείνεται περισσότερο όταν η αυτιστική διαταραχή συνδυάζεται και με νοητική υστέρηση.
Μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις στη διάγνωση των αυτιστικών διαταραχών είναι η μεγάλη ετερογένεια των χαρακτηριστικών από παιδί σε παιδί.

Σε κάθε στάδιο, ο ειδικός που ασχολείται με το παιδί με διάχυτη αναπτυξιακή διαταραχή και την οικογένεια του ( αναπτυξιακός παιδίατρος, θεραπευτής, σύμβουλος-ψυχολόγος) οφείλει:

  1. Να επιλέξει κατάλληλους χειρισμούς, κατάλληλο χρόνο και τρόπο για την πρώτη επαφή του με τους γονείς.
  2. Να είναι επιστημονικά ενημερωμένος για το πρόβλημα του παιδιού και να έχει συγκεκριμένα στοιχεία και προτάσεις που θα στηρίξουν την άποψή του.
  3. Να δημιουργεί θετικό και οικείο κλίμα εμπιστοσύνης με τους γονείς.
  4. Να ζητάει προσωπικά και με λεπτότητα πληροφορίες για την συμπεριφορά του παιδιού στο σπίτι και για την οικογενειακή κατάσταση.
  5. Να κατανοήσει τα συναισθήματα των γονιών και την πιθανή αρνητική αντίδρασή τους. Να τους ακούσει προσεκτικά και να αξιολογήσει τις ανάγκες τους.
  6. Το πρόγραμμα του παιδιού να είναι σύμφωνα με τις ανάγκες και τις αξίες της
  7. οικογένειας.
  8. Να γίνονται συχνές επαναξιολογήσεις για να επαναπροσδιορίζονται οι άμεσοι και οι μακροπρόθεσμοι στόχοι και οι διδακτικές μέθοδοι που ανταποκρίνονται καλύτερα στις εκπαιδευτικές τους ανάγκες.

Ποιες οι συνέπιες στην οικογένεια του παιδιού με ΔΑΔ

Οι γονείς, από τη στιγμή που θα διαπιστώσουν ότι «κάτι δεν πάει καλά με το παιδί τους» και θα κάνουν την πρώτη επίσκεψη στον ειδικό, μέχρι να προσαρμοστούν κα αποδεχτούν την ιδιαιτερότητα του παιδιού τους μπορεί να περάσουν από διάφορα στάδια: Η αρχική αντίδραση είναι αυτή του σοκ και του μουδιάσματος για το απρόβλεπτο γεγονός και δυσπιστία ως προς την ανακοίνωσή του, ακολουθεί η άρνηση που μπορεί να αντικατασταθέι από συναισθήματα οργής, θυμού και πιθανόν ενοχές για το αν έπρεπε να ζητήσουν βοήθεια πιο νωρίς, ενώ η δυσκολία αντιμετώπισης του προβλήματος δημιουργεί σε κάποιους γονείς άγχος και κατάθλιψη. Τελικά όμως επιτυγχάνεται η αποδοχή της πραγματικότητας κα η αναδιοργάνωση της ζωής. Η αποτελεσματική αποδοχή προϋποθέτει την αποδοχή του παιδιού με όλα τις δεξιότητες και τις ιδιαιτερότητές του και την ισορροπία σε επίπεδο ψυχικό διαπροσωπικό-κοινωνικό.

Αυτό επιτυγχάνεται όταν ο γονιός:

  1. Συζητάει το πρόβλημα του παιδιού με άνεση.
  2. Δεν είναι υπερπροστατευτικός ή αναίτια σκληρός προς το παιδί.
  3. Έχει τη δική του προσωπική ζωή και τρόπους χαλάρωσης ανεξάρτητες από το παιδί.
  4. Εκδηλώνει ισορροπημένη αγάπη προς το παιδί ώστε να το βοηθήσει στην κατά το δυνατόν ανεξαρτητοποίησή του.
  5. Αντιμετωπίζει αποτελεσματικά τις πρακτικές δυσκολίες.
  6. Συνεργάζεται με ειδικούς για βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα προγράμματα.

Είναι σημαντικό να θυμόμαστε πως τα παιδιά με διάχυτες αναπτυξιακές διαταραχές, ιδιαίτερα εκείνα με αυτισμό υψηλής λειτουργικότητας (high functioning autism), παρά τις δυσκολίες παρουσιάζουν ξεχωριστές ικανότητες:

  • Είναι έντιμα άτομα και χαρακτηρίζονται για την αγαθή τους σκέψη.
  • Δε δικαιολογούνται και δεν υπερασπίζονται τον εαυτό τους.
  • Όταν κατανοούν, υπακούουν τις εντολές.
  • Είναι τελειομανείς όταν ασχολούνται με πράξεις ρουτίνας.
  • Κατανοούν γρήγορα μέρη πληροφοριών.
  • Μπορούν να θυμούνται ορισμένα πράγματα για πολύ καιρό.
  • Χρησιμοποιούν καλά την οπτική δίοδο πληροφόρησης.
  • Αφού μάθουν ορισμένες δραστηριότητες, τις εκτελούν ευχαρίστως σε ρουτίνα.
  • Έχουν πολύ ιδιαίτερα ενδιαφέροντα.

Θεραπεύονται οι ΔΑΔ;

Όχι, υπάρχουν όμως τρόποι  αντιμετώπισης  των προβλημάτων και ενίσχυσης της ανάπτυξης και της μάθησης, ιδιαίτερα αν η θεραπευτική παρέμβαση αρχίσει νωρίς. Οι θεραπευτικές παρεμβάσεις είναι ποικίλες και εξατομικεύονται σε κάθε περίπτωση, σχεδόν πάντα όμως περιλαμβάνουν λογοθεραπεία, εργοθεραπεία, μουσικοθεραπεία και ψυχολογική υποστήριξη του παιδιού και της οικογένειας. Είναι σημαντικό να αρχίζουν νωρίς, χωρίς να περιμένουμε την τελική διάγνωση. Επίσης δίνονται κατευθύνσεις για εκπαίδευση σε περιβάλλον όπου αντιστοιχούν λίγοι μαθητές ανά δάσκαλο, ώστε να υπάρχει αρκετός χρόνος για προσωπική ενασχόληση με το παιδί.
Η συμμετοχή των γονέων σε αυτά τα προγράμματα παρέμβασης αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο για την ποιότητα ζωής των παιδιών και των οικογενειών τους.

 

 

Μια συνηθισμένη, αλλά πολύ συχνά αδιάγνωστη αιτία, χρόνιου πυελικού πόνου στις γυναίκες

 

Υπολογίζεται πως το 1/3 σχεδόν των γυναικών θα παρουσιάσουν κάποια στιγμή στη ζωή τους Χρόνιο Πυελικό Πόνο (ΧΠΠ). Ως Χρόνιος Πυελικός Πόνος ορίζεται ο πόνος που δεν είναι περιοδικός και έχει διάρκεια μεγαλύτερη των 6 μηνών. Πολλές φορές συνδέεται με το Σύνδρομο Πυελικής Συμφόρησης (ΣΠΣ).

Πρώτη περιγραφή του Συνδρόμου έγινε το 1949 αλλά έγινε ευρύτερα γνωστό τη δεκαετία του 1980 όταν αποδείχτηκε πως πάνω από 90% των γυναικών με χρόνιο πυελικό πόνο, έχουνε και διατεταμένες φλέβες (κιρσούς) στην πύελο.

Το Σύνδρομο Πυελικής Συμφόρησης (ΣΠΣ) είναι η κατάσταση που οφείλεται στη φλεβική στάση (συσσώρευση του αίματος) στην πύελο. Ο όρος, όπως σε πολλές περιπτώσεις στην Ιατρική, περιγράφει το πρόβλημα.

Σύνδρομο = άθροισμα πολλών διαφορετικών συμπτωμάτων
Πυελικής = ανατομική εντόπιση του προβλήματος
Συμφόρησης = συσσώρευση αίματος

Οι φλέβες έχουν σαν προορισμό την επιστροφή του αίματος στην καρδιά και για το σκοπό αυτό έχουνε στο εσωτερικό τους βαλβίδες που επιτρέπουν το αίμα να κινείται μόνο προς την κατεύθυνση της καρδιάς και δεν το αφήνουν να γυρνάει προς τα πίσω (παλινδρόμηση του αίματος). Στις περιπτώσεις που έχουμε παλινδρόμηση του αίματος, λέμε ότι οι φλέβες ανεπαρκούν να κάνουν «σωστά την δουλειά τους» και έχουμε τη γνωστή Φλεβική Ανεπάρκεια.

Η διάταση των φλεβών προκαλεί συσσώρευση του αίματος στην πύελο, γεγονός που οδηγεί σε μεγαλύτερη φλεβική διάταση. Σε ορισμένες όμως περιπτώσεις συμβαίνει και το αντίθετο. Η συσσώρευση όμως του αίματος και η φλεβική διάταση στην πύελο μπορούν να προκαλέσουν πληθώρα συμπτωμάτων είτε τοπικά (πυελικό πόνο), είτε από τα παρακείμενα όργανα (γεννητικά όργανα, ουροδόχο κύστη, έντερο) είτε επειδή το αίμα μπόρεσε να βρει διέξοδο και να προκαλέσει κιρσούς στα κάτω άκρα.

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ

Η αιτιολογία του Συνδρόμου πιστεύεται πως είναι πολυπαραγοντική. Κυρίαρχη όμως θέση φαίνεται να έχει η εγκυμοσύνη. Υπολογίζεται ότι στο 2% - 7% των περιπτώσεων εγκυμοσύνης θα προκληθούνε κιρσοί αιδοίου. Στις περισσότερες περιπτώσεις οι κιρσοί θα εξαφανιστούν μετά τη γέννα αλλά θα υποτροπιάσουνε πιο εύκολα σε κάθε νέα εγκυμοσύνη. Πιστεύεται ότι το επιπλέον βάρος που αποκτάται καθώς και η αυξημένη ροή του αίματος στα γεννητικά όργανα σε συνδυασμό με την αυξημένη κυκλοφορία ορμονών (οιστρογόνων) που «αδυνατίζουν» το φλεβικό τοίχωμα είναι οι κύριες αίτιες εμφάνισης του Συνδρόμου στις γυναίκες και ιδιαίτερα σε αυτές που έχουνε περισσότερα από 2 παιδιά και σε ηλικίες μεταξύ 20 και 45 ετών.

Διάταση των φλεβών της πυέλου έχει παρατηρηθεί, σε μικρότερο φυσικά ποσοστό, και σε γυναίκες με λιγότερες εγκυμοσύνες καθώς και σε άντρες. Η αιτιολογία σε αυτές τις περιπτώσεις είναι διαφορετική και μπορεί να οφείλεται σε παλινδρόμηση του αίματος στην έσω λαγόνιο φλέβα. Παλινδρόμηση του αίματος στις φλέβες της πυέλου και διάταση αυτών, μπορεί να έχουμε:

Α) είτε λόγω ανεπάρκειας,
Β) είτε λόγω στενώσεων ή και απόφραξης κεντρικών φλεβικών στελεχών που εμποδίζουνε το αίμα να επιστρέψει στης καρδιά. Τέτοιες καταστάσεις είναι δυνατόν να οφείλονται σε:

  • παλιά Εν τω Βάθει Φλεβική Θρόμβωση,
  • συμπίεση φλεβικών στελεχών που βρίσκονται κεντρικότερα.

Τελευταία μια άλλη αιτιολογία είναι αυτή της αρτηριοφλεβικής δυσπλασίας (με αποτέλεσμα την είσοδο αρτηριακού αίματος που έχει μεγάλη πίεση στο φλεβικό σύστημα) η οποία με την πρόοδο των διαγνωστικών μεθόδων και την απόκτηση εμπειρίας,  εκτιμάται ότι δεν είναι και τόσο σπάνια όσο αρχικά είχε θεωρηθεί.

ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ

Τα συνηθέστερα συμπτώματα του Συνδρόμου Πυελικής Συμφόρησης είναι:

1) Ο χρόνιος πυελικός πόνος ο οποίος γίνεται εντονότερος:

  • στην όρθια στάση.
  • στο τέλος της ημέρας.
  • φτάνει στο μέγιστο της έντασης του, 2-3 ημέρες πριν την έναρξη της περιόδου.

2) Η δυσμηνόρροια (επώδυνη εμμηνορρυσία) με ιδιαίτερα έντονο πόνο τις 2 πρώτες ημέρες του κύκλου.

3) Η δυσπαρεύνια: (πόνος κατά την σεξουαλική επαφή) ή και μετά από αυτή. Χαρακτηριστικό θεωρείται το αίσθημα ενός βαθιά εντοπιζόμενου πυελικού πόνου ή βάρους εάν η γυναίκα σταθεί όρθια μετά από πρωινή σεξουαλική επαφή και η διάρκεια του μπορεί να είναι αρκετές ώρες.

4) Τα δυσουρικά ενοχλήματα όπως πόνος και δυσκολία στην ούρηση ή και συχνουρία.

5) Οι κιρσοί (διατεταμένες φλέβες) στα έξω γεννητικά όργανα, στα κάτω άκρα, στους γλουτούς, στο περίνεο ή και σε άτυπες θέσεις.

6) Επίσης το Σύνδρομο Πυελικής Συμφόρησης είναι συχνή αιτία υποτροπής των κιρσών των κάτω άκρων καθώς η «συνηθισμένη» αντιμετώπιση που πολλές φορές προτείνεται (είτε με "laser" είτε με κλασσικό χειρουργείο) δεν στοχεύει στην αιτία που προκάλεσε τους κιρσούς.

7) Τα κουρασμένα πόδια με αίσθημα βάρους ιδιαίτερα κατά την έναρξη της περιόδου που εμφανίζονται ταυτόχρονα με την επιδείνωση του πυελικού πόνου.

8) Συμπτώματα παρόμοια με αυτά του ευερέθιστου εντέρου.

ΔΙΑΓΝΩΣΗ

Η διάγνωση του Συνδρόμου Πυελικής Συμφόρησης δεν είναι εύκολη και συνήθως καθυστερεί μέχρι να αποκλειστούνε άλλες κοινές αιτίες πυελικού πόνου όπως η ενδομητρίωση, το Σύνδρομο Ευερέθιστου Εντέρου, ασθένειες των ουροποιητικού συστήματος, φλεγμονώδεις παθήσεις της πυέλου κτλ. Είναι αρκετά συνηθισμένο η κατάσταση αυτή να μην συμπεριλαμβάνεται στην διαφορική διάγνωση καθώς δεν είναι και πολύ γνωστή. Οι ασθενείς συχνά αντιμετωπίζουν προβλήματα στην καθημερινότητα τους και μέσα στον γάμο τους, διαταράσσοντας τις διαπροσωπικές τους σχέσεις ενώ η αναφορά των συμπτωμάτων τους περιγράφεται με τον γενικό και συνήθως απαξιωτικό όρο «γυναικολογικά».

Η αρχική υποψία τίθεται από το ιστορικό και τα χαρακτηριστικά των συμπτωμάτων που αναφέρει ο/η ασθενής καθώς και από την παρουσία κιρσών (ιδιαίτερα αν αυτοί εμφανίζονται σε άτυπες θέσεις όπως στο εσωτερικό των μηρών, στους γλουτούς, στο αιδοίο ή έχουμε υποτροπή των κιρσών στα κάτω άκρα.

Η εργαστηριακή επιβεβαίωση της κλινικής υποψίας βασίζεται στη διερεύνηση με απεικονιστικές μεθόδους όπως:

  • υπερηχογραφικός έλεγχος: είναι εξειδικευμένος έλεγχος (triplex) που σκοπό έχει να απεικονίσει την παλινδρόμηση του αίματος στις φλέβες της πυέλου. Μπορεί να γίνει είτε δια του κοιλιακού τοιχώματος είτε διακολπικά είτε διορθικά ανάλογα την κάθε περίπτωση. Είναι ανώδυνος, μπορεί να επαναληφθεί πολλές φορές χωρίς παρενέργειες αλλά η αξιοπιστία του εξαρτάται από την εμπειρία του εξεταστή.
  • Αξονική ή Μαγνητική Φλεβογραφία παρέχουν περισσότερες ανατομικές πληροφορίες, έχουν υψηλότερο κόστος, ενώ η πρώτη περιλαμβάνει τη χρήση σκιαγραφικών μέσων και ιονίζουσας ακτινοβολίας.
  • Λαπαροσκόπηση: Επεμβατική μέθοδος που συνδυάζει το πλεονέκτημα δυνατότητας ταυτόχρονης αντιμετώπισης. Χρειάζεται αναισθησία και νοσηλεία αλλά μπορεί να αποκαλύψει και να δώσει απαντήσεις σε πολλά διαγνωστικά ερωτήματα.
  • Ψηφιακή Φλεβογραφία: είναι επεμβατική μέθοδος, μπορεί να μην καταφέρει να αναδείξει από μόνη της το σημείο της παλινδρόμησης , έχει υψηλό κόστος, περιλαμβάνει τη χρήση σκιαγραφικών μέσων και ιονίζουσας ακτινοβολίας αλλά μπορεί στο ίδιο χρόνο να εφαρμοστεί και η θεραπεία. Η φλεβογραφία χρησιμοποιείται μόνο εφόσον έχουμε διαπιστώσει την πάθηση και έχουμε αποφασίσει να προχωρήσουμε στην αντιμετώπιση της.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ

Στη θεραπεία του Συνδρόμου Πυελικής Συμφόρησης, όπως και στη διαγνωστική διερεύνηση, συμμετέχουν ιατροί διαφόρων ειδικοτήτων και συγκεκριμένα γυναικολόγος, αγγειοχειρουργός και επεμβατικός ακτινολόγος.

Εφόσον:

  • έχουν διερευνηθεί και αντιμετωπισθεί ή αποκλειστεί άλλες παθήσεις που μπορεί να προκαλέσουν Χρόνιο Πυελικό Πόνο,
  • έχουμε εμμονή των συμπτωμάτων με ευρήματα από τις απεικονιστικές μεθόδους συμβατά με Σύνδρομο Πυελικής Συμφόρησης

τότε ανάλογα με τη βαρύτητα της συμπτωματολογίας και της κλινικής εικόνας προγραμματίζουμε την εξατομικευμένη αντιμετώπιση της κάθε περίπτωσης η οποία μπορεί να είναι:

  • Αναλγητική θεραπεία με παυσίπονα χάπια και κορσέδες συμπίεσης των κιρσών του αιδοίου. Πρόκειται για εντελώς συμπτωματική θεραπεία, δεν αποτελεί λύση παρά μόνο πρόσκαιρη ανακούφιση μέχρι η κατάσταση να επιδεινωθεί ή εφαρμόζεται σε ασθενείς ακατάλληλους για οποιαδήποτε άλλη μορφή αντιμετώπισης (πάρα πολύ μικρό ποσοστό των ασθενών).
  • Ορμονοθεραπεία με χάπια η οποία μπορεί να προσφέρει ανακούφιση των συμπτωμάτων, ιδιαίτερα του πυελικού πόνου αλλά τα αποτελέσματα της διαρκούν συνήθως όσο διαρκεί και η λήψη των φαρμάκων.
  • Χειρουργική απολίνωση των φλεβών που πάσχουν. Απαιτεί νοσηλεία, αναισθησία, έχει τομές και πολλές φορές η απαίτηση μετεγχειρητικής ξεκούρασης για μια μητέρα 2 και πλέον παιδιών δεν είναι ρεαλιστική. Ανάλογα με την εντόπιση των φλεβών που πάσχουν ποικίλει και η βαρύτητα της επέμβασης. Αναφέρονται ποσοστά υποτροπής περίπου 20%.
  • Εμβολισμός ή ναρθηκοποίηση των φλεβών που πάσχουν, γίνεται συνήθως με τοπική αναισθησία και απαιτεί την νοσηλεία 1 ημέρας. Περιλαμβάνει τη χορήγηση σκιαγραφικού ενδοφλέβια και τη χρήση ιονίζουσας ακτινοβολίας. Χρησιμοποιούνται μεταλλικά ελάσματα (coils) και ειδική ουσία για αποκλεισμό των φλεβών ώστε να μην παλινδρομεί το αίμα σε αυτές και να μην διαστέλλονται. Τις πρώτες ημέρες μπορεί να παρατηρηθεί πυρετός και άλγος το οποίο αντιμετωπίζεται με παυσίπονα. Όταν η αιτιολογία των συμπτωμάτων είναι η στένωση των φλεβών τότε τοποθετείται μεταλλικός νάρθηκας (stent). Αποτελεί την θεραπεία εκλογής για το Σύνδρομο Πυελικής Συμφόρησης, χρειάζεται παρακολούθηση για την περίπτωση που επανασυραγγοποιηθεί (ανοίξει ξανά) η φλέβα που εμβολίστηκε. Είναι εύκολο να επαναληφθεί σε αντίθεση με την χειρουργική επέμβαση.
  • Χειρουργική εκτομή των ωοθηκών ή και της μήτρας, είναι η τελευταία λύση που προτείνεται όταν έχουνε αποτύχει όλες οι άλλες μέθοδοι θεραπείας και τα συμπτώματα επιμένουνε ακόμα. Ακόμα και με αυτήν την μέθοδο, υπάρχουν γυναίκες που δεν απαλλαχτήκαν οριστικά από τα συμπτώματα τους, γεγονός που τονίζει την σημασία προσεκτικής προεγχειρητικής διερεύνησης.

Το Σύνδρομο Πυελικής Συμφόρησης είναι μια συνηθισμένη αλλά συχνά αδιάγνωστη αιτία Χρόνιου Πυελικού Πόνου και υποτροπής των κιρσών των κάτω άκρων. Οι ασθενείς συνήθως επισκέπτονται γιατρούς δύο ειδικοτήτων. Γυναικολόγους όπου αναφέρουν τα συμπτώματα από την πύελο και Αγγειοχειρουργούς λόγω των κιρσών των κάτω άκρων. Οι μεν πρώτοι πρέπει να έχουν υψηλό δείκτη υποψίας ώστε να συμπεριλάβουν το εν λόγω Σύνδρομο μέσα στις πιθανές διαγνώσεις τους, οι δε δεύτεροι να έχουν την γνώση ότι οι κιρσοί των κάτω άκρων είναι δυνατό να προέρχονται από φλεβική παλινδρόμηση στην πύελο και την εμπειρία να διακρίνουν τις περιπτώσεις στις οποίες αυτό συμβαίνει.

Γράφει: Δρ Έλλη Λάκκα – Παπαδόδημα, Διευθύντρια Κέντρου Ενδοκρινολογίας – Διαβήτη – Μεταβολισμού Ευρωκλινικής Αθηνών

 

Οι όζοι του θυρεοειδούς είναι ένα από τα πιο συχνά προβλήματα που απασχολούν τους ενδοκρινολόγους. Τα τελευταία χρόνια, η διάγνωση και η αντιμετώπισή τους έχει αλλάξει σημαντικά και αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι έχουν βελτιωθεί πάρα πολύ όλες οι εργαστηριακές και απεικονιστικές μέθοδοι που βοηθούν στην εντόπιση, τη διάγνωση και τη διαφορική τους διάγνωση, καθώς και στην αντιμετώπισή τους.

Ενώ η συχνότητα των όζων παλιότερα με την ψηλάφηση υπολογιζόταν στο 5%-7% του πληθυσμού, σήμερα με το υπερηχογράφημα η συχνότητά τους αγγίζει σχεδόν το 80% (20%-76%). Επιπλέον, στο 20%-48% των ασθενών που έχουν έναν ψηλαφητό όζο, με το υπερηχογράφημα διαπιστώνονται περισσότεροι του ενός όζοι.

Τι είναι ο όζος του θυρεοειδούς και γιατί πρέπει να μας απασχολεί;

Όζος είναι μια τοπική διόγκωση του θυρεοειδούς. Μπορεί σε έναν θυρεοειδή να υπάρχει ένας ή και περισσότεροι όζοι και τότε μιλάμε για πολυοζώδη βρογχοκήλη. Ευτυχώς, οι περισσότεροι όζοι είναι μικροί, ακίνδυνοι και δεν χρειάζονται καν θεραπεία.

Παρ' όλα αυτά, σε κάθε περίπτωση όζου του θυρεοειδούς είναι απαραίτητη μια πολύ συστηματική κλινική και εργαστηριακή διερεύνηση. Πρέπει με κάθε τρόπο να αποκλειστεί η πιθανότητα του καρκίνου του θυρεοειδούς, αλλά και η περίπτωση αυτόνομου θυρεοειδικού όζου, θυρεοειδίτιδας ή οποιασδήποτε άλλης πάθησης. Επειδή, όπως είναι φυσικό η λέξη καρκίνος να τρομάζει, θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι ο καρκίνος του θυρεοειδούς αφενός είναι σπάνιος (συχνότητα, 5%-10% των ασθενών με όζο) και αφετέρου θεραπεύεται πλήρως εκτός από τη σπανιότατη περίπτωση του αμετάπλαστου καρκίνου. Η σχολαστική, λοιπόν, έρευνα του όζου είναι απαραίτητη γιατί από αυτήν θα προκύψει η απόφαση για το αν ο ασθενής θα πρέπει να χειρουργηθεί ή όχι.

Για τον σκοπό αυτόν σημαντικό ρόλο παίζει πρώτα από όλα το ιστορικό του ασθενούς καθώς και μια πολύ προσεκτική κλινική εξέταση. Από το ιστορικό λαμβάνεται υπόψη το φύλο (οι όζοι είναι πιο συχνοί στις γυναίκες, ενώ στους άνδρες η εμφάνιση όζου είναι μικρότερη, αλλά αναλογικά η εμφάνιση καρκίνου είναι πιο συχνή), η ηλικία (ο καρκίνος είναι πιο συχνός στα παιδιά και στους εφήβους, καθώς και στους άνω των 70 ετών), το οικογενειακό ιστορικό, πιθανή ακτινοβολία στην περιοχή της κεφαλής ή του τραχήλου, το αν ένας όζος μεγαλώνει γρήγορα, αν υπάρχουν συμπτώματα δύσπνοιας, δυσφωνίας, δυσφαγίας, υπερθυρεοειδισμού, υποθυρεοειδισμού, αν έχει γίνει χρήση ιωδιούχων κ.λπ. Αξιοσημείωτο είναι ότι οι περισσότεροι όζοι είναι ασυμπτωματικοί, όμως η απουσία συμπτωμάτων δεν αποκλείει τον καρκίνο.

Από την κλινική εξέταση μπορεί να διαπιστωθεί η σύσταση του όζου, το μέγεθός του, το αν είναι καθηλωμένος, ευαίσθητος, επώδυνος καθώς επίσης και αν υπάρχουν ψηλαφητοί λεμφαδένες. Θα πρέπει βέβαια να τονιστεί ότι η πιθανότητα για καρκίνο είναι ίδια σε ασθενείς με έναν όζο όπως και σε αυτούς με πολυοζώδη βρογχοκήλη. Ο ορμονικός έλεγχος είναι επίσης απαραίτητος.

Τι πρέπει να μετράμε

Η σημαντικότερη εξέταση είναι ο προσδιορισμός της θυρεοειδοτρόπου ορμόνης (TSH). Η ορμόνη αυτή ελέγχει τη λειτουργία του θυρεοειδούς. Αυξάνεται πολύ όταν ο θυρεοειδής υπολειτουργεί και μειώνεται πολύ, σχεδόν εξαφανίζεται όταν ο θυρεοειδής υπερλειτουργεί. Αν τη βρούμε χαμηλή σε όζο του θυρεοειδούς ή σε πολυοζώδη βρογχοκήλη, τότε η πιθανότητα αυτονομίας και υπερλειτουργίας των όζων είναι μεγάλη και αυτό θα φανεί μόνο με το σπινθηρογράφημα του θυρεοειδούς.

Χρήσιμη είναι ακόμα η μέτρηση των ορμονών που παράγει ο θυρεοειδής, της θυροξίνης (Τ4), της τριιωδοθυρονίνης (Τ3) και της καλσιτονίνης (CT). Πρέπει ακόμα να προσδιορίσουμε τα αντιθυρεοειδικά αυτοαντισώματα (αντιΤPO και αντιTG) τα οποία μας δείχνουν αν υπάρχει αυτοάνοση θυρεοειδίτιδα (Hashimoto). Αν βρεθεί χαμηλή TSH, τότε πρέπει να προσδιορίσουμε και τα αντισώματα έναντι των υποδοχέων της TSH (TRab ή TSI).

Καμιά φορά μπορεί να υπάρχει μέσα στον θυρεοειδή αδένωμα παραθυρεοειδούς, που μοιάζει με όζο θυρεοειδούς. Γι' αυτό πρέπει να προσδιορίζεται και η παραθορμόνη (PTH), καθώς και το ασβέστιο (Ca) και ο φώσφορος (P) αίματος.

Θα πρέπει εδώ να τονίσουμε ότι η μέτρηση της θυρεοσφαιρίνης (TG) δεν χρειάζεται στους όζους του θυρεοειδούς προεγχειρητικά, ενώ είναι πολύτιμη για τη μετεγχειρητική παρακολούθηση.

Οι απεικονιστικές μέθοδοι

Το υπερηχογράφημα είναι η βασική εξέταση για τους όζους του θυρεοειδούς. Σημαντικό ρόλο, βέβαια, παίζει η πείρα του ιατρού που εκτελεί την εξέταση.
Υπερηχογράφημα πρέπει να γίνεται σε όλους τους ασθενείς στους οποίους βρέθηκε τυχαία κάποιος όζος (ινσιντεντάλωμα), σε όλους όσοι βρίσκονται σε υψηλό κίνδυνο για την εμφάνιση καρκίνου και σε όσους υπάρχει ψηλαφητός όζος ή ψηλαφητός λεμφαδένας.

Ένα καλό υπερηχογράφημα τις περισσότερες φορές είναι αρκετό για να αποκλειστεί η ύπαρξη κάποιας κακοήθειας. Οι πληροφορίες που μας δίνει το υπερηχογράφημα είναι πολύ σημαντικές. Έτσι μπορούμε να διαπιστώσουμε τη θέση, το μέγεθος, το σχήμα, τα όρια, τη σύσταση, το περιεχόμενο, την ηχογένεια και την αγγείωση των όζων.

Ακόμα, αν υπάρχουν περισσότεροι όζοι, μπορούμε να δούμε αναλυτικά και ξεχωριστά τον κάθε έναν, να εκτιμήσουμε αν το σχήμα των όζων είναι πιο ψηλό παρά ευρύ, αν υπάρχουν μικροαποτιτανώσεις ή αν υπάρχει χαοτική αγγείωση στο εσωτερικό του όζου. Αξίζει να τονίσουμε ότι όλες αυτές οι πληροφορίες για κάθε όζο ξεχωριστά είναι σημαντικότερες από το να περιγράψουμε απλά τον μεγαλύτερο και επικρατούντα όζο. Από την αξιολόγηση όλων αυτών των πληροφοριών θα προκύψουν τα κριτήρια που θα αποκλείσουν την κακοήθεια ενός όζου.

Πολύ πρόσφατα η ελαστογραφία επαυξάνει την διαγνωστική ικανότητα του υπερηχογραφήματος. Ένα τέτοιο μηχάνημα ελαστογραφίας υπάρχει ήδη και λειτουργεί στο τμήμα Υπερήχων της Ευρωκλινικής Αθηνών.

Βέβαια το υπερηχογράφημα δεν είναι αρκετό για όλες τις περιπτώσεις, γι' αυτό συχνά είναι απαραίτητη η παρακέντηση του όζου (FNA). Πριν προχωρήσουμε στη FNA, ας δούμε ποιες άλλες απεικονιστικές μέθοδοι είναι απαραίτητες για τη διερεύνηση των όζων:

Το σπινθηρογράφημα του θυρεοειδούς με Τεχνήτιο ή με Ιώδιο 123 (123Ι) χρειάζεται όταν η TSH είναι χαμηλή ή ακόμα και όταν η TSH είναι φυσιολογική, αλλά υπάρχει ιωδοπενία. Σπινθηρογράφημα με Ιώδιο 131 (131Ι) δεν συνιστάται.

Σπινθηρογράφημα πρέπει επίσης να γίνει όταν υπάρχει έκτοπος θυρεοειδικός ιστός ή μεγάλη, καταδυόμενη, οπισθοστερνική βρογχοκήλη. Θα πρέπει εδώ να σημειώσουμε ότι, αν στο σπινθηρογράφημα διαπιστωθεί θερμός όζος, τότε δεν χρειάζεται να προχωρήσουμε σε FNA, γιατί ο θερμός όζος πολύ σπάνια είναι καρκίνος (κάτω από 1%). Γι' αυτό και είναι πολύ χρήσιμο ένα σπινθηρογράφημα πριν από τη FNA.

Η αξονική τομογραφία (CT) και η μαγνητική τομογραφία (MRI) ΔΕΝ χρειάζονται στη διερεύνηση των όζων του θυρεοειδούς, παρά μόνο πολύ σπάνια, αν υπάρχουν πιεστικά συμπτώματα για να διαπιστωθεί η πίεση ή η απόφραξη, της τραχείας, του οισοφάγου κ.λπ.

Η σχολαστική έρευνα του όζου είναι απαραίτητη γιατί από αυτήν θα προκύψει η απόφαση για το αν ο ασθενής θα πρέπει να χειρουργηθεί ή όχι.

Ποιους όζους πρέπει να παρακεντούμε;

Μια παράμετρος που θεωρείται σημαντική είναι η διάμετρος του όζου. Παρακεντούμε, λοιπόν, τους όζους που έχουν διάμετρο πάνω από 10 χιλ. Παρακεντούμε όμως και όζους ασχέτως διαμέτρου, αν στο ιστορικό ή στο υπερηχογράφημα υπάρχουν ευρήματα επέκτασης του όζου ή λεμφαδένες ή αν υπάρχει ιστορικό καρκίνου θυρεοειδούς στην οικογένεια (PTC, MTC, MEN2, ή προηγούμενη εγχείρηση), επίσης αν υπάρχει αυξημένη καλσιτονίνη. Ακόμα παρακεντούμε όζους μικρότερους από 10 χιλ. αν στο υπερηχογράφημα υπάρχουν δύο ή περισσότερα κριτήρια ύποπτα για καρκίνο. Βέβαια αξίζει να επαναλάβουμε ότι δεν παρακεντούμε τους θερμούς όζους.

Αν έχουμε πολυοζώδη βρογχοκήλη, θα πρέπει να επιλέξουμε με προσοχή τους όζους που θα παρακεντήσουμε, ΟΧΙ μόνο τον επικρατούντα όζο. Σπάνια παρακεντούμε πάνω από δύο όζους. Αν έχουμε θερμές περιοχές στο σπινθηρογράφημα, δεν τις παρακεντούμε. Αν υπάρχουν λεμφαδένες, ψηλαφητοί ή ύποπτοι στο υπερηχογράφημα, παρακεντούμε και αυτούς.

Αν ο όζος έχει κυστική εκφύλιση, τότε παρακεντούμε το συμπαγές στοιχείο και στέλνουμε στον κυτταρολόγο και το απορροφηθέν υγρό. Μεγάλη σημασία έχει η πείρα του ιατρού που εξετάζει το δείγμα. Χρήσιμη είναι ακόμα η συνεργασία κυτταρολόγων για την αξιολόγηση της απάντησης.

Το δείγμα είναι διαγνωστικό αν περιέχει τουλάχιστον έξι ομάδες επιθηλιακών θυρεοειδικών κυττάρων (10 κύτταρα ανά ομάδα).

Η απάντηση που παίρνουμε κατατάσσεται σε πέντε κατηγορίες:

  1. Μη διαγνωστικό (ανεπαρκές υλικό).
  2. Καλόηθες.
  3. Θυλακιώδεις βλάβες (Θυλακιώδη νεοπλάσματα, Hürthlecells, Θυλακιώδης ποικιλία του Θηλώδους καρκίνου - PTC, Θυλακιώδης βλάβη/ατυπία αδιευκρίνιστης σημασίας (FLUS).
  4. Ύποπτο.
  5. Κακόηθες.

Βέβαια μπορεί να έχουμε ένα αποτέλεσμα «ψευδώς αρνητικό» ή «ψευδώς θετικό». Όλα αυτά θα πρέπει να αξιολογηθούν από τον Ενδοκρινολόγο για να αποφασίσει τη θεραπεία. Στις περισσότερο περιπτώσεις η θεραπεία είναι συντηρητική και δεν χρειάζεται τίποτα άλλο από απλή παρακολούθηση. Σε κάποιες περιπτώσεις χρειάζεται θεραπεία καταστολής με θυροξίνη. Τέλος σε ένα μικρό ποσοστό ασθενών χρειάζεται εγχείρηση.

 

Δρ Έλλη Λάκκα – Παπαδόδημα
Διευθύντρια Κέντρου Ενδοκρινολογίας – Διαβήτη – Μεταβολισμού Ευρωκλινικής Αθηνών

Ο καρκίνος των οστών είναι η κακοήθης εκείνη εξεργασία που καταστρέφει το φυσιολογικό οστίτη ιστό. Οι κακοήθεις όγκοι που ξεκινούν από το οστούν ονοµάζονται «πρωτοπαθής καρκίνος των οστών», ενώ αυτοί που διασπείρονται στα οστά από άλλες εστίες του σώµατος, όπως ο µαστός, οι πνεύµονες ή ο προστάτης, καλούνται «µεταστατικός».

Οι πιο συνηθισµένες µορφές πρωτοπαθούς καρκίνου των οστών είναι:

  1. Το οστεοσάρκωµα: Εξορµάται από το οστεοειδές ιστό και βρίσκεται συχνότερα στο γόνατο και τα άνω άκρα.
  2. Το χονδροσάρκωµα: Εξορµάται από το χόνδρινο ιστό και βρίσκεται συχνότερα στη λεκάνη, στο άνω τµήµα ποδιών και τον ώµο. Οταν περιέχει οστικά καρκινικά κύτταρα καλείται οστεοσάρκωµα.
  3. Το σάρκωµα Ewing (ESFTs) που βρίσκεται σε οστά ή/και σε µαλακά µόρια (µύες, λιπώδης ιστός, αγγεία κ.λπ.), συχνότερα στη σπονδυλική στήλη, στη λεκάνη και τα άκρα. Επίσης, υπάρχουν το κακόηθες ινώδες ιστιοκύτωµα, το ινοσάρκωµα, ο γιγαντοκυτταρικός όγκων των οστών.

Πρωτοπαθής καρκίνος οστών

Ο πρωτοπαθής καρκίνος των οστών είναι σπάνιος και συνήθως λιγότερο από το 1% τουσυνόλου (περίπου 0,2%). Στις ΗΠΑ κάθε χρόνο διαγιγνώσκονται περί τα 2.300 νέα περιστατικά.

Το οστεοσάρκωµα αφορά συχνότερα σε ηλικίες 10-19 ετών (28%), το χονδροσάρκωµα αφορά σε ενήλικες άνω των 40 ετών (40%) και η οµά-δα ESFTs συνήθως παιδιά και εφήβους κάτω των 19 ετών (8%), µε συχνότερη προσβολή των αγοριών έναντι των κοριτσιών. Ο πόνος είναι το κύριο σύµπτωµα. Επίµονος ή ανεξήγητος πόνος ή οίδηµα σε ή κοντά σε οστό πρέπει να µας οδηγήσει στον ιατρό για περαιτέρω έλεγχο.Αυτός περιλαµβάνει: ακτινογραφίες, αξονική τοµογραφία, σπινθηρογράφηµα, µαγνητική τοµογραφία, PET scan, αγγειογραφία και βιοψία είτε διά βελόνης είτε χειρουργικά. Επίσης, γίνονται αιµατολογικές εξετάσεις.

Η κατηγοριοποίηση του καρκίνου των οστών γίνεται κυρίως βάσει του συστήµατος T (tumor) N (lymph nodes=λεµφαδένες) Μ (metastasis) και G (grade) για τη σταδιοποίησή του, της American Joint Commission on Cancer (AJCC).

Η αντιµετώπιση εξαρτάται από τον τύπο, το στάδιο, το µέγεθος και την εντόπιση του καρκίνου και από την ηλικία και τη γενική κατάσταση του πάσχοντος. Περιλαµβάνει χειρουργική αντιµετώπιση, χηµειοθεραπεία, ακτινοθεραπεία και κρυοχειρουργική.

Χειρουργική επέµβαση για ολική εκτοµή του όγκου είναι η συνήθης αντιµετώπιση. Η χηµειοθεραπεία περιλαµβάνει συνδυασµό αντικαρκινικών φαρµάκων. Πρόκειται για συστηµική θεραπεία και αφορά σε διασπορά καρκινικών κυττάρων σε όλο το σώµα. Συνήθως χρησιµοποιείται για οστεοσάρκωµα και σάρκωµα Ewing και σπάνια για άλλες µορφές. Η ακτινοθεραπεία χρησιµοποιεί ακτίνες Χ υψηλής ενέργειας για να «σκοτώσει» τα καρκινικά κύτταρα συνήθως σε συνδυασµό µε χειρουργική επέµβαση.

Η έρευνα για τον καρκίνο των οστών εξελίσσεται σε πολλά κέντρα ανά τον κόσµο. Κλινικές µελέτες που διεξάγονται προσπαθούν να συνδυάσουν χειρουργική επέµβαση, ακτινοθεραπεία και χηµειοθεραπεία ή ερευνούν νέα φάρµακα, όπως η τραµπεκτεδίνη. ∆οκιµάζονται αντισώµατα ενάντια στον υποδοχέα του IGF (IGF-IR) ή άλλες ουσίες που εµποδίζουν διαδικασίες που ενεργοποιούνται στα καρκινικά κύτταρα. Αυτό αποκαλείται στοχευµένη θεραπεία αφού αφορά στα καρκινικά και όχι και στα υγιή κύτταρα. Επίσης, οι έρευνες µας δίνουν συνέχεια πληροφορίες για τις αιτίες δηµιουργίας καρκινικών όγκων αποσκοπώντας στη γονιδιακή αντιµετώπιση της εκτροπής του φυσιολογικού DNA των κυττάρων.

Πολλοί ασθενείς συµµετέχουν σε ανάλογες κλινικές µελέτες εφαρµογής δοκιµαζόµενων φαρµάκων και αγωγών συµβάλλοντας στην περαιτέρω πρόοδο των µελετών αυτών. Η ψυχολογική υποστήριξη, επαγγελµατική και από την οικογένεια, είναι απαραίτητη στους πάσχοντες στο µακρύ και δύσκολο δρόµο τους.

 

 

Γράφει: Αθανάσιος Ρήγας, MD, FEBU, Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών, Διευθυντής Ουρολογικής - Ανδρολογικής Κλινικής, Ευρωκλινική Αθηνών

 

Ο καρκίνος του προστάτη είναι ο πρώτος σε συχνότητα καρκίνος στους άνδρες, καθώς ένας στους δέκα θα αναπτύξει τη συγκεκριμένη νόσο κατά τη διάρκεια της ζωής του. Μάλιστα, μετά τον καρκίνο του πνεύμονα αποτελεί τη δεύτερη (9%) αιτία θανάτου από κακοήθεια.

Στην αιτιολογία του καρκίνου του προστάτη υπεισέρχονται διάφοροι παράγοντες, όπως η ηλικία, η ορμονική κατάσταση, γενετικοί και περιβαλλοντικοί παράγοντες που αλληλεπιδρούν. Ο καρκίνος του προστάτη αυξάνεται με την πρόοδο της ηλικίας και το 95% διαγιγνώσκεται σε άνδρες 45 - 89 ετών. Επίσης, υπάρχει οικογενειακή προδιάθεση και είναι διπλάσιος ο κίνδυνος για την εμφάνιση καρκίνου σε πρώτου βαθμού συγγενείς ασθενών.

Πώς θα προφυλαχθούμε

Έχει αποδειχτεί ότι η ελαττωμένη πρόσληψη κεκορεσμένων λιπαρών οξέων (κόκκινο κρέας), η αυξημένη κατανάλωση λαχανικών και η πρόσληψη με την τροφή βιταμινών Ε και D, σεληνίου, λυκοπένης, πρωτεϊνών της σόγιας και ω-6-πολυακόρεστων οξέων (ιχθυελαίων) έχουν προστατευτική δράση.

Βασικό ρόλο, όμως, στην πρόληψη παίζει η έγκαιρη διάγνωση. Ο τακτικός έλεγχος των υγιών ανδρών από την ηλικία των 50 ετών, και από τα 40 όταν ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου τις οποίες προαναφέραμε, είναι πολύτιμος. Η μέτρηση του PSA αίματος και η εξέταση του προστάτη κλινικά και με υπερήχους οδηγούν στην πρώιμη διάγνωση ενός υποκλινικού - αρχόμενου καρκίνου, εξασφαλίζοντας την πλήρη ίαση του ασθενούς.

Ο καρκίνος του προστάτη μπορεί να εμφανιστεί με πολλά πρόσωπα και να εξελιχτεί με διαφορετικό ρυθμό. Έτσι, υπάρχουν άνδρες με καρκίνο προστάτη χωρίς κανένα σύμπτωμα, ενώ άλλοι παρουσιάζουν διαταραχές της ούρησης, της εκσπερμάτισης, αιμορραγία ή ακόμη και πόνους στα κόκαλα.

Άλλοι ασθενείς μπορεί να έχουν έναν μικρό όγκο στον προστάτη και πρακτικά αυτός να μένει σταθερός καθώς περνούν τα χρόνια, χωρίς να επηρεάζει τη ζωή τους, ενώ σε άλλους ο καρκίνος εξελίσσεται τάχιστα, φεύγει από τα όρια του προστάτη και επεκτείνεται στους λεμφαδένες, σε άλλα όργανα της κοιλιάς ή στα οστά, δίνοντας μεταστάσεις με κακή πρόγνωση.

Η θεραπεία

Η κατευθυνόμενη βιοψία προστάτη θέτει την ιστολογική διάγνωση του καρκίνου. Η θεραπεία στις περισσότερες περιπτώσεις είναι χειρουργική και οδηγεί σε πλήρη ίαση. Ωστόσο, σε πιο ηλικιωμένους ασθενείς και σε αυτούς που δεν μπορούν να αντέξουν την εγχείρηση ή βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο της νόσου προτείνουμε τη θεραπεία με ακτινοβολία, ορμονοθεραπεία ή συνδυασμό τους.

Συγκεκριμένα, η χειρουργική αντιμετώπιση του καρκίνου του προστάτη, η κλασική ριζική προστατεκτομή, συνίσταται στην πλήρη αφαίρεση του προστάτη αδένα και των παρακείμενων λεμφαδένων. Η μακρόχρονη πείρα στη μέθοδο αυτή εξασφαλίζει την πλήρη εξάλειψη του όγκου και λαμβάνεται μέριμνα για την αποτροπή της ακράτειας ούρων μετά το χειρουργείο και τη διατήρηση της στυτικής λειτουργίας.

Επαναστατική αντιμετώπιση με τη ρομποτική χειρουργική

Επανάσταση στη χειρουργική αντιμετώπιση του καρκίνου του προστάτη έχει φέρει τα τελευταία χρόνια η ρομποτική μέθοδος. Στην Ευρωκλινική Αθηνών λειτουργεί το πλέον σύγχρονο σύστημα ρομποτικής (DaVinci®S) και πραγματοποιούνται καθημερινά επεμβάσεις ουρολογίας, γενικής χειρουργικής και γυναικολογίας με εξαίρετα αποτελέσματα. Ειδικά στην προστατεκτομή το ρομπότ έχει απόλυτη ένδειξη. Ο εξειδικευμένος χειρουργός κατευθύνει και ελέγχει τους ρομποτικούς βραχίονες με απόλυτη ακρίβεια και λεπτομέρεια και, έχοντας εντυπωσιακή μεγέθυνση και τέλειο οπτικό πεδίο, επιτυγχάνει λεπτότατους χειρουργικούς χειρισμούς, αδύνατους για όλες τις άλλες χειρουργικές μεθόδους. Η επέμβαση γίνεται χωρίς τομή στο δέρμα, μέσα από μικροσκοπικές οπές, με ελάχιστο πόνο, ασήμαντη απώλεια αίματος και ταχύτατη ανάρρωση. Ο ασθενής κινητοποιείται λίγες ώρες μετά το χειρουργείο και εντός δύο ημερών επιστρέφει στο σπίτι του και στις καθημερινές δραστηριότητές του.

Οι παραπάνω λόγοι εξηγούν γιατί τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Αμερική η ρομποτική ριζική προστατεκτομή είναι η θεραπευτική επιλογή για περισσότερους από τους μισούς ασθενείς με καρκίνο του προστάτη, ποσοστό το οποίο κάθε χρόνο αυξάνεται. Ο εξειδικευμένος χειρουργός με το εξελιγμένο ρομποτικό σύστημα επιτυγχάνει με απόλυτη ασφάλεια εξαιρετικό ογκολογικό και λειτουργικό αποτέλεσμα για τον ασθενή (διατήρηση της στύσης και της εγκράτειας ούρων).

 

Αθανάσιος Ρήγας, MD, FEBU, Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Διευθυντής Ουρολογικής - Ανδρολογικής Κλινικής, Ευρωκλινική Αθηνών

Την Άνοιξη κάποιοι άνθρωποι την έχουν συνδυάσει με ερωτικά σκιρτήματα και βόλτες στην εξοχή αλλά και κάποιοι άλλοι αντιμετωπίζουν μικρά ή μεγάλα προβλήματα με τις αλλεργίες που τους ταλαιπωρούν. Ένα άτομο μπορεί να εμφανίσει αλλεργία σε οποιαδήποτε ουσία της φύσης ανεξαρτήτου εποχής του έτους, ανάλογα με το τα γονίδια του και με το περιβάλλον στο οποίο ζει και αναπτύσσεται. Κάθε φυτό έχει ορισμένη εποχή που ανθοφορεί, τα περισσότερα όμως φυτά ανθίζουν την Άνοιξη. Την 'Ανοιξη λόγω της έντονης ανθοφορίας, η γύρη εκτινάσσεται σε υψηλά επίπεδα στην ατμόσφαιρα και δημιουργεί τα γνωστά, σε πολύ κόσμο, αλλεργικά συμπτώματα.

Η γύρη των λουλουδιών μεταφέρεται από το ένα λουλούδι στο άλλο είτε με τα έντομα είτε με τον άνεμο. Ο τρόπος αυτής της μεταφοράς, καθορίζεται από το μέγεθος της γύρης. Γύρεις με κόκκους μικρού μεγέθους μεταφέρονται με τον άνεμο, ενώ οι μεγάλου μεγέθους, με τα έντομα. Τα φυτά, επομένως, είναι ανεμόγαμα ή εντομόγαμα και αντίστοιχα οι γύρεις ανεμόφιλες ή εντομόφιλες.

Οι ανεμόφιλες γύρεις λόγω του ιδιαίτερα μικρού τους μεγέθους, είναι τα αλλεργιογόνα που προκαλούν τα περισσότερα αναπνευστικά συμπτώματα, επειδή εισπνέονται ενώ για τον ίδιο λόγο μπορούν να μεταφερθούν πολλά χιλιόμετρα μακριά και να προκαλέσουν αλλεργικά συμπτώματα κάνοντας πολλούς ασθενείς να υποφέρουν αλλά και να απορούν για ποιο λόγο παρουσιάζουν συμπτώματα δίχως να έχουν φυτά κοντά τους.

Τα πιο συνηθισμένα συμπτώματα που εμφανίζουν τα αλλεργικά άτομα, αφορούν κυρίως το αναπνευστικό σύστημα και εμφανίζονται με τη μορφή πταρμών (φταρνίσματα), ρινικής καταρροής (μύτη που τρέχει) ή συμφόρησης (βουλωμένη μύτη), ρινικού κνησμού (φαγούρα στη μύτη), βήχα και δύσπνοιας (δυσκολία στην αναπνοή) ενώ μπορεί να εμφανίσουν και επιπεφυκίτιδες δηλαδή φαγούρα στα μάτια, ερυθρότητα και δάκρυα.

Τα συμπτώματα διαρκούν το χρονικό διάστημα κατά το οποίο ανθούν συγκεκριμένα φυτά αλλά μελέτες έχουν δείξει, πως σταδιακά αποκτούμε περισσότερες αλλεργίες. Δηλαδή υπάρχει το ενδεχόμενο να αυξηθεί ο αριθμός των γύρεων ή γενικά των αλλεργιογόνων στα οποία ένας οργανισμός είναι αλλεργικός με αποτέλεσμα να έχει κανείς συμπτώματα ακόμη και όλο το χρόνο. Πολύ σημαντικό είναι το γεγονός πως μία ρινίτιδα μπορεί να εξελιχθεί σταδιακά σε άσθμα ή το αντίστροφο εκτός και αν γίνει ειδική απευαισθητοποίηση (εμβόλια) στις ουσίες που είναι κανείς αλλεργικός.

Οι ασθενείς αντιμετωπίζονται με συμπτωματική αγωγή στη φάση της έξαρσης των συμπτωμάτων και ταυτόχρονα γίνεται ο ειδικός αλλεργιολογικός έλεγχος για να βρεθεί σε τι είναι αλλεργικός, ο ασθενής. Αυτό γίνεται γρήγορα και αξιόπιστα με τα αλλεργικά δερματικά τεστ οπότε μέσα σε 20 λεπτά γνωρίζει κανείς τι τον ενοχλεί. Αυτό δίνει ένα μεγάλο πλεονέκτημα στον ή στην ασθενή γιατί μπορεί να αποφύγει τις ουσίες που τον ή την ενοχλούν όταν είναι εφικτό ή να προχωρήσουν στη λύση του προβλήματος που είναι η αιτιολογική θεραπεία δηλαδή η ειδική απευαισθητοποίηση.

Με την απευαισθητοποίηση πετυχαίνουμε την σταδιακά αυξανόμενη χορήγηση του αλλεργιογόνου που προκαλεί αλλεργία με σκοπό την τελική απόκτηση ανοχής σε αυτό δηλαδή να εκπαιδεύσουμε τον οργανισμό να αντέχει την επαφή με το αλλεργιογόνο που μέχρι τώρα τον πείραζε και να μην προκαλεί κανένα πρόβλημα. Η διαδικασία απευαισθητοποίησης γίνεται με ενέσεις όπως αυτές της ινσουλίνης στο ιατρείο ή με σταγόνες κάτω από τη γλώσσα από τον ίδιο τον ασθενή στο σπίτι του.

Θα πρέπει οι ασθενείς να παίρνουν αρκετά σοβαρά την εμφάνιση των αλλεργικών προβλημάτων και να επικοινωνούν με τον αλλεργιολόγο τους όταν αναγνωρίζουν τα συμπτώματα αυτά γιατί όσο πιο γρήγορα γίνει αυτό, τόσο πιο γρήγορα θα λύσουν το πρόβλημα και θα είναι καλύτερη και η ποιότητα ζωής τους.

Ελευθεροτυπία (Υγεία και Επιστήμη)

 

Αφού ο Μάρτιος επιβεβαίωσε τη λαϊκή ρήση, οι ηλιόλουστες, ανοιξιάτικες μέρες κάνουν δειλά την εμφάνισή τους. Τους προσεχείς μήνες φυτά και δέντρα θα ανθίσουν προσφέροντας το άρωμα από τα πολύχρωμα άνθη τους. Η απόλαυση όμως δεν είναι για όλους. Κάποιοι είναι αναγκασμένοι να παρακολουθούν αυτή την «αναγέννηση» μέσα από το παράθυρό τους, αφού η γύρη είναι ένα από τα πιο ισχυρά αλλεργιογόνα, χωρίς να είναι το μοναδικό που μπορεί να προκαλέσει τη λεγόμενη εαρινή αλλεργία.

Η λήψη κάποιου αλλεργιογόνου από το στόμα, τη μύτη ή διαδερμικά μπορεί να προκαλέσει αλλεργίες, τα δερματικά συμπτώματα των οποίων είναι συνήθως φαγούρα που συνοδεύεται συχνά από ερυθρότητα και σπανιότερα από πρήξιμο. Μπορεί επίσης να προκαλέσει επιπεφυκίτιδα, ρινίτιδα, βρογχίτιδα, ακόμα και άσθμα. Ο γενικός πληθυσμός μπορεί να αντιμετωπίσει τα συμπτώματα με διάφορα φάρμακα, όπως ειδικά αντιαλλεργικά αεροζόλ μύτης, αντιισταμινικά δισκία, αλοιφές, κολλύρια, ενώ σε ειδικές περιπτώσεις μπορεί να απαιτηθεί η χρήση κορτιζόνης.

Πώς μπορούν να αντιμετωπίσουν οι έγκυοι τις εαρινές αλλεργίες;

Οπως μας εξηγεί ο μαιευτήρας-γυναικολόγος Ευάγγελος Γκικόντες, επιστημονικός υπεύθυνος του Κέντρου «Διαγνωστική Ερευνα», οι εγκυμονούσες υφίστανται ορμονικές αλλαγές, μεταξύ των οποίων και η αύξηση της προγεστερόνης, η οποία προκαλεί μεγαλύτερη ανάπτυξη μυκήτων. Οι μύκητες προδιαθέτουν τον οργανισμό σε αλλεργίες. Οπότε κατά τη διάρκεια της κύησης υπάρχει περίπτωση οι αλλεργίες να είναι περισσότερες ή εντονότερες, ιδιαίτερα μεταξύ των γυναικών που έχουν υπερανάπτυξη του μύκητα Κάντιτα Αλμπικανς. Από την άλλη, ανασταλτικός παράγοντας είναι η πτώση του ανοσολογικού της γυναίκας προκειμένου να μην απορριφθεί το έμβρυο.

Οι έγκυοι εμφανίζουν συχνά ρινίτιδες, που προκαλούνται από την αύξηση του κυκλοφορούντος όγκου αίματος στην περιοχή, λόγω της αύξησης των ορμονών. Οπότε, ο θεράπων ιατρός θα πρέπει να εκτιμήσει το είδος της ρινίτιδας, ούτως ώστε να προτείνει την κατάλληλη θεραπεία.

Γενικότερα, η λήψη σκευασμάτων για την αντιμετώπιση των εποχικών αλλεργιών δεν ενδείκνυται κατά την περίοδο της κύησης. Αλλωστε, σύμφωνα με τον Αμερικανικό Οργανισμό Φαρμάκων, δεν υπάρχει καμία χημική ουσία που να θεωρείται εντελώς ασφαλής. Ωστόσο, υπάρχουν φάρμακα που φαίνεται να μην έχουν επιπτώσεις ούτε στο έμβρυο ούτε στη μητέρα, ο αριθμός των οποίων όμως είναι περιορισμένος και καλό θα ήταν να αποφεύγονται.

Ο καλύτερος τρόπος αντιμετώπισης είναι η πρόληψη, αποφυγή δηλαδή του αλλεργιογόνου παράγοντα.

Είναι σημαντικό λοιπόν η έγκυος που έχει ιστορικό αλλεργιών:

  • Να μην παρευρίσκεται σε τοποθεσίες όπου υπάρχουν αλλεργιογόνα, καθώς μπορεί να εκτεθεί τόσο σε γύρη όσο και σε άλλους παράγοντες που προκαλούν αλλεργίες (κάμπιες, έντομα).
  • Να μην εκθέτει κανένα σημείο του σώματός της στο αλλεργιογόνο. Να καλύπτει το πρόσωπό της, να φορά γάντια ή να βάζει τα χέρια στην τσέπη.
  • Ιδιαίτερη δε προσοχή θα πρέπει να δίνει όταν έχει αεράκι γιατί ο αέρας σηκώνει τη γύρη, οπότε ο κίνδυνος αυξάνεται.

Εάν τελικά μια έγκυος εμφανίσει συμπτώματα εαρινής αλλεργίας μπορεί με απλούς τρόπους να τα κατευνάσει, π.χ. να κάνει μπάνιο για να απομακρύνει τη γύρη, να πλύνει το σημείο του δέρματος με κρύο νερό ή/και ξίδι, ή να κάνει ρινική πλύση με φυσιολογικό ορό. Βέβαια, εάν τα συμπτώματα εμμένουν ή είναι έντονα θα πρέπει να ζητήσει τη συμβουλή του θεράποντος ιατρού.

Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι εάν μια έγκυος παρουσιάσει εαρινή αλλεργία θα πρέπει να αποφεύγει και άλλα αλλεργιογόνα ακόμα κι αν δεν έχει εμφανίσει ποτέ στο παρελθόν αλλεργία σ' αυτά, όπως είναι τα γνωστά για την εκδήλωση αλλεργιών τρόφιμα (αβγά, φράουλες κ.ά.), διότι αυξάνεται ο κίνδυνος διασταυρούμενης αλλεργίας.

Συμπερασματικά, καλό είναι τα αλλεργικά άτομα να κάνουν τεστ για να διαπιστωθεί σε ποιο αλλεργιογόνο παρουσιάζουν συμπτώματα πριν ή μετά την εγκυμοσύνη, να αποφεύγουν την έκθεση στο αλλεργιογόνο και, κατά το δυνατόν, τη λήψη φαρμάκων κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και να συμβουλεύονται τον γυναικολόγο τους για κάθε έντονο ή επίμονο σύμπτωμα.

Τέλος,  η ομοιοπαθητική επιτρέπεται στην εγκυμοσύνη  και ίσως είναι ο τρόπος για να απαλλαγούν οι αλλεργικοί από τα συμπτώματα.

 

Κείμενο: ΣΟΦΙΑ ΝΕΤΑ

Γράφει: Δρ. Αντώνης Γ. Παπαβασιλείου, Χειρουργός Ωτορινολαρυγγολόγος, Διευθυντής ΩΡΛ/ΚΟΥ Κέντρου Ροχαλητού Ιατρικού Ψυχικού, Πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων ΩΡΛ/γων, Ελ.Επ.

 

Ο ύπνος είναι ένας από τους από τους πιο σημαντικούς βιορυθμούς ή Κιρκαρδικούς ρυθμούς του ανθρώπου και είναι αναζωογονητικός για τον ανθρώπινο οργανισμό, προϋπόθεση καλής υγείας, αντίστασης στίς ασθένειες και απαραίτητος για μια καλή ποιότητα ζωής. Οτιδήποτε επομένως μέσα στον άνθρωπο ή από το περιβάλλον του διαταράσσει το ρυθμό αυτό μπορεί να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα στη φυσιολογική λειτουργία του ανθρώπινου οργανισμού στο σύνολο του. Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να θεωρηθεί και να αντιμετωπισθεί το έντονο και συνεχές ροχαλητό και η, στην ακραία εκδήλωση του, άπνοια.

Το ροχαλητό είναι μια διαταραχή του ύπνου που μέχρι πριν μερικά χρόνια το θεωρούσαμε «αθώο» και γενικά σαν κάτι που δεν χρειάζεται ιατρική φροντίδα. Αποτελούσε μόνο αφορμή για περιπαικτικά σχόλια και αστεϊσμούς. Ο μύθος αυτός Βέβαια της αθωότητας ήταν αποτέλεσμα της άγνοιας της ιατρικής κοινότητας, για τα αίτια και τους ακριβείς μηχανισμούς δημιουργία με λογική συνέπεια την αδυναμία της το αξιολογήσει και να το αντιμετωπίσει αποτελεσματικά.

Σήμερα, μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι το ροχαλητό, πέραν του να είναι μια ενόχληση για το σύντροφο στον ύπνο, είναι πλέον μια παγκόσμια αναγνωρισμένη νόσος, που εκδηλώνεται με μια ποικιλία κλινικών μορφών: του απλού, αθώου περιστασιακού και ακίνδυνου ροχαλητού, με το οποίο δεν ασχολούμεθα, του επίμονου έντονου συνεχούς ροχαλητού, περισσότερο από 3-4 βράδια την εβδομάδα, που απαιτεί ιατρική φροντίδα, μέχρι την επικίνδυνη για τη ζωή κατάσταση του συνδόμου της υπνικής άπνοιας.

Το ροχαλητό είναι ο ήχος, ο θόρυβος που παράγεται στη διάρκεια του ύπνου από τις δονήσεις των τοιχωμάιων της μύτης, του φάρυγγα και κυρίως της μαλακής υπερώας, στο πίσω μέρος της οροφής του στόματος. Η δόνηση αυτή δημιουργείται από τη δύσκολη δίοδο, το δύσκολο πέρασμα του αέρα της αναπνοής μέσα από ένα στενωμένο φάρυγγα. Η στένωση οφείλεται συνήθως σε παράγοντες που έχουν σχέση κυρίως με την ανατομική κατασκευή της περιοχής, το βαθμό μυικής χαλάρωσης την ώρα του ύπνου και τις προσωπικές συνήθειες και συνθήκες ύπνου του ρογχοπαθή.

Υπνική άπνοια είναι η κατάσταση κατά την οποία, στη διάρκεια του ύπνου υπάρχει έντονο συνεχές ροχαλητό μαζί με επαναλαμβανόμενα επεισόδια πλήρους απόφραξης της αναπνευστικής οδού και σύντομες διακοπές της αναπνοής. Διακρίνεται σε αποφρακτικού τύπου, στη πλειονότητα των περιστατικών, 95% περίπου και σε κεντρικού στο υπόλοιπο 5%. Η ενασχόληση των ΩΡΛ/γων με το ροχαλητό και την άπνοια αφορά αποκλειστικά και μόνο τα αποφρακτικής αιτιολογίας περιστατικά.

Συχνότητα

Το 50%, περίπου, των ενηλίκων, άνω των 40 ετών, ροχαλίζουν και το 20% από αυτούς πάσχει από υπνική άπνοια. Στα παιδιά το ροχαλητό είναι επίσης αρκετά συχνό. Υπολογίζεται, ότι το 11-12% των παιδιών ηλικίας 5-9 ετών ροχαλίζουν και το 2% των ηλικιών αυτών πάσχουν από άπνοια.

Αιτιολογικοί και προδιαθετικοί παράγοντες

Υπάρχουν συνήθως περισσότεροι από ένας παράγοντας:

  • Παθήσεις (φλεγμονές, αλλεργίες, όγκοι κ.ά) και ανατομικές ανωμαλίες μύτης, στόματος, υπερώας, γλώσσας, φάρυγγα, γνάθου και αμυγδαλών. Ο εκ γενετής κοντός λαιμός και ο στενός αυλός του φάρυγγα.
  • Η παχυσαρκία είναι παράγοντας υψηλού κινδύνου. Το 40% των παχύσαρκων πάσχουν από άπνοια και το 70% των απνοϊκών ασθενών είναι παχύσαρκοι.
  • Φύλο και Ηλικία. Συχνότερο στους άνδρες και σε ενήλικες άνω των 40 ετών, όταν οι ιστοί χάνουν βαθμιαία τα μυϊκό τόνο τους.
  • Η κατανάλωση οινοπνεύματος και η λήψη ηρεμιστικών πριν τον ύπνο, λόγω της χαλάρωσης που προκαλούν στους μύες της αναπνευστικής οδού, όπως και το κάπνισμα, επιδεινώνουν το ροχαλητό.
  • Διατροφικές συνήθειες και συνθήκες ύπνου.
  • Νευρολογικές, μυϊκές παθήσεις, υποθυρεοειδισμός, κληρονομικότητα και γενετικοί παράγοντες, μπορεί να παίζουν επίσης κάποιο ρόλο.
  • Στα παιδιά, κύριοι παράγοντες είναι οι υπερτροφικές αμυγδαλές και αδενοειδείς εκβλαστήσεις και πολύ λιγότερο άλλες ανωμαλίες, όπως το σύνδρομο Down, ατρησία χοανών, νευρομυϊκές παθήσεις κλπ.

Διαγνωστικό Πρωτόκολλο για το Ροχαλητό & την Άπνοια

Από τη μελέτη της διεθνούς βιβλιογραφίας και την εμπειρία από τη συνεργασία μιας μεγάλης ομάδας
Ελλήνων ΩΡΛ/γων στα πλαίσια της Ένωσης Ελλήνων ΩΡΛ/γων Ελ.Επ, για τη διάγνωση για το ροχαλητό και την άπνοια θεωρούνται απαραίτητα:

  1. Ιστορικό από τον ασθενή και το περιβάλλον του, σύζυγος, σύντροφος στον ύπνο, μέλη οικογένειας που είναι μάρτυρες του προβλήματος.
  2. Απαντήσεις σ' ένα από τα βασικά ερωτηματολόγια για το ροχαλητό.
  3. Βασικές μετρήσεις: ΒΜΙ (Δείκτης μάζας σώματος), περίμετρος λαιμού και κοιλιάς.
  4. Πλήρης ΩΡΛ/κή εξέταση με ενδοσκόπηση μύτης, στόματος, φάρυγγα και λάρυγγα και εκτέλεση δοκιμασίας Mueller για να διαγνωσθεί το επίπεδο απόφραξης.
  5. Μελέτη ύπνου με πολυσωματοκαταγραφική τεχνική ή με φορητή συσκευή: για να διαπιστωθεί η βαρύτητα του ροχαλητού και της άπνοιας (Δείκτης ΑΗΙ) ή για να επιβεβαιωθεί η αποτελεσματικότητα της θεραπείας που εφαρμόσθηκε.
  6. Αξονική σπλαχνικού κρανίου & τραχήλου με δοκιμασία Mueller για να διαπιστωθεί το/τα επίπεδο/α της απόφραξης. Κατά περίπτωση.
  7. Βασικός αιματολογικός και βιοχημικός έλεγχος και ότι προκύπτει ως αναγκαίο από το ιστορικό. Ορμονικός έλεγχος για τις γυναίκες.
  8. Εξέταση από άλλες ειδικότητες εφόσον υπάρχουν ενδείξεις από το ιστορικό (Νευρολόγος, Καρδιολόγος, Πνευμονολόγος, Ενδοκρινολόγος κλπ).
  9. Ρινομανομετρία: Για τεκμηρίωση της υπάρχουσας απόφραξης και έλεγχο αποτελεσματικότητας της θεραπευτικής αγωγής που εφαρμόσθηκε. Κατά περίπτωση.
  10. Κεφαλομετρία όταν υπάρχουν ενδείξεις.
  11. Ακρόαση & Μίμηση (Mimicking) του ροχαλητού. Δεν είναι πάντα απαραίτητη.

Η χρησιμοποίηση των διαγνωστικών μέσων που περιγράφονται στο πρωτόκολλο αυτό δεν είναι υποχρεωτική στο σύνολο της, γιατί ο κάθε ασθενής παρουσιάζει ατομικές και περιβαλλοντολογικές ιδιομορφίες. Πρέπει όμως, οπωσδήποτε, να δίνονται απαντήσεις στα ακόλουθα βασικά ερωτήματα:

  1. Είναι το ροχαλητό επίμονο, έντονο, περισσότερο από 3-4 βράδια την εβδομάδα και όχι κάτι περιστασιακό, όπως μετά από σωματική κόπωση ή κατανάλωση οινοπνεύματος;
  2. Ποιο είναι το αίτιο ή τα αίτια της απόφραξης;
  3. Που εντοπίζεται το/τα επίπεδο/α της απόφραξης;
  4. Ποια είναι η βαρύτητα των συμπτωμάτων του ασθενούς; (Δείκτης Α/Υ ή ΑΗΙ).
  5. Συνυπάρχοντες επιβαρυντικοί παράγοντες: υπέρταση, διαβήτης, αρρυθμίες, ψυχολογία κ.ά.
  6. Ποιες είναι οι επιπτώσεις στη καθημερινή ζωή του ασθενούς;

Οι απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά είναι σημαντικές καθώς θα καθορίσουν και το είδος της θεραπείας που θα εφαρμοσθεί.

Γνωστές επιπλοκές & παράπλευρες απώλειες του ροχαλητού και της άπνοιας:

Έχει διαπιστωθεί ότι πέραν των οικογενειακών προβλημάτων και των διαταραχών συμπεριφοράς, το επίμονο ροχαλητό και η άπνοια αυξάνουν τους κινδύνους εκδήλωσης:

  • Υπέρτασης, στεφανιαίας νόσου και καρδιακών επεισοδίων.
  • Σύγχυσης,εγκεφαλικών επεισοδίων, κατάθλιψης και απώλειας μνήμης.
  • Στυτικής δυσλειτουργίας και ανικανότητας.
  • Στα παιδία ιδιαίτερα, οι μαθησιακές δυσκολίες, η ευερεθιστότητα, η επιθετικότητα και η νυκτερινή ενούρηση μπορεί να είναι σημάδια ανώμαλου ύπνου.
  • Τέλος, δεν πρέπει να παραγνωρίζονται οι οικονομικές επιπτώσεις στη κοινωνία από τις απώλειες ωρών εργασίας, τα τροχαία ατυχήματα και τις επιπτώσεις στη ποιότητα ζωής των κοινωνιών γενικά, οι οποίες είναι ανυπολόγιστες μέχρι στιγμής.

Αντιμετώπιση Ροχαλητού & Υπνικής Άπνοιας

Το ροχαλητό και η άπνοια είναι νοσήματα πολυπαραγοντικής αιτιολογίας γεγονός που συνεπάγεται και την ύπαρξη πολλών τρόπων ή συνδυασμού τρόπων αντιμετώπισης τους. Η οποιαδήποτε θεραπεία όμως που θα προταθεί και εφαρμοσθεί, πρέπει να είναι απόλυτα εξατομικευμένη και να λαμβάνει υπόψη της τρία σημαντικά στοιχεία:

  • τη βαρύτητα της πάθησης (ΑΗΙ= ο αριθμός των απνοικών και υποαπνοικών επεισοδίων ανά ώρα ύπνου),
  • την ηλικία του ασθενούς και
  • άλλους επιβαρυντικούς παράγοντες που πιθανώς συνυπάρχουν.

Θεραπευτικά Πρωτόκολλα: Οι δυνατότητες που υπάρχουν

1. Κανόνες υγιεινής ζωής και συνήθειες ύπνου:

Σωματική άσκηση, διατροφικές συνήθειες (ώρες, ποσότητες, είδη τροφών),απώλεια βάρους στους παχύσαρκους (ΒΜΙ πάνω από 30), ασκήσεις αναπνευστικές και γλώσσας, οδηγίες για το χώρο και τις συνήθειες ύπνου (ώρες, θέση σώματος, ποιότητα κρεβατιού, μαξιλάρια, ύγρανση ατμόσφαιρας), περιορισμός λήψης ηρεμιστικών φαρμάκων και οινοπνεύματος προ του ύπνου, απαγόρευση καπνίσματος, κ.ά.

2. Συντηρητική αγωγή:

  • Φαρμακευτική αγωγή, αντιβιοτικά, αντιαλλεργικά, για φλεγμονές και αλλεργίες της περιοχής, άλλα φάρμακα για συνυπάρχουσες παθήσεις, κατά περίπτωση.
  • Χρήση λιπαντικών σπρέι, διαστολέων και ταινιών της μύτης, γναθοστοματικές προθέσεις, νάρθηκες στήριξης γνάθων κ.ά,
  • Εναλλακτική ιατρική: Μουσικά όργανα, Υπνωτισμός, τραγούδι κ.α

3. Χειρουργική αντιμετώπιση:

Α. Πότε είναι αναγκαία:

  • Μόνον όταν δεν αποδώσουν οι προηγούμενοι απλούστεροι τρόποι αντιμετώπισης.
  • Όταν υπάρχει σαφώς διαγνωσμένη ανατομική απόφραξη ή αποφράξεις στα επίπεδα μύτης, στόματος, υπερώας, γλώσσας και υποφάρυγγα. Υπόψη, ότι στο 60% των ασθενών με παθολογικό ροχαλητό και υπνική άπνοια υπάρχει συμμετοχή της υπερώας. 
  • Όταν ο ασθενής, μετά από σωστή ενημέρωση, επιθυμεί ο ίδιος χειρουργική αντιμετώπιση.

Β. Χειρουργικές τεχνικές:

Κλασικές και μοντέρνες τεχνικές πλαστικής υπερώας και σταφυλής, ευθυασμού ρινικού διαφράγματος, κογχοτομής, αμυγδαλεκτομής, γλωσσεκτομής και άλλες πιο εξειδικευμένες. Με τα σύγχρονα εργαλεία που έχουμε στα χέρια μας, Laser, ραδιοσυχνότητες, υπέρηχοι, εμφυτεύματα υπερώας κλπ, οι επεμβάσεις είναι απλές στη εφαρμογή τους, πολύ λίγο ή καθόλου αιματηρές και οι πιο πολλές εκτελούνται στο εξωτερικό ιατρείο με τοπική αναισθησία. Η οποιαδήποτε όμως χειρουργική επέμβαση και τεχνική ή συνδυασμός επεμβάσεων, πρέπει να είναι εξατομικευμένα και σχεδιασμένα στο να δίνουν lύσεις στα προβλήματα του συγκεκριμένου ασθενούς.

4. Συσκευές θετικής πίεσης (ΟΡΑΡ)

Είναι σημαντικό και πολύτιμο εργαλείο στη αντιμετώπιση της άπνοιας και του έντονου ροχαλητού. Η χρήση της επιβάλλεται μόνο όταν όλοι οι άλλοι τρόποι θεραπείας αποδειχθούν αναποτελεσματικοί ή δεν είναι δυνατόν, για διαφόρους λόγους, να εφαρμοσθούν.

5. Ένας συνδυασμός των προηγούμενων θεραπευτικών μεθόδων.

Θεραπευτικά πρωτόκολλα ανάλογα με τη βαρύτητα:

Η Υπνική Άπνοια ταξινομείται, αδρά, ανάλογα με τη βαρύτητα της και το δείκτη ΑΗΙ σε: 0-5 ήπια, 6-15 μέτρια, ≥ 15 σοβαρή.

ΔΕΙΚΤΗΣ 0-5 ήπια:

  1. Κανόνες υγιεινής ζωής και ύπνου: Απώλεια βάρους, συνήθειες και χώρος ύπνου, γεύματα, ύγρανση ατμόσφαιρας, φάρμακα, οινόπνευμα, άσκηση, κάπνισμα κλπ.
  2. Συντηρητική αντιμετώπιση: Λιπαντικά, ασκήσεις μυών γλώσσας και φάρυγγα, ρινικοί διαστολείς, ρινικές ταινίες, γναθοστοματικές προθέσεις κλπ.
  3. Χειρουργική αντιμετώπιση: Μόνο όταν υπάρχει έκδηλη παθολογία απόφραξης στις περιοχές δημιουργίας του ροχαλητού, υπάρχουν σοβαρές επιπτώσεις στη ποιότητα ζωής του ασθενούς, ο ίδιος επιθυμεί τη χειρουργική αποκατάσταση και εφόσον τα προηγούμενα μέτρα αποδειχθούν αναποτελεσματικά.

ΔΕΙΚΤΗΣ 6-15 μέτρια (Χωρίς ημερήσιες δυσλειτουργίες):

Όπως ανωτέρω και επανεκτίμηση.

ΔΕΙΚΤΗΣ 6-15 μέτρια (Με ημερήσιες δυσλειτουργίες, υπνηλία, υπέρταση κλπ.):

  • Όπως ανωτέρω και χειρουργική προσέγγιση.
  • Παραπομπή για C-ΡΑΡ, μόνο όταν όλες οι άλλες θεραπευτικές δυνατότητες αποτύχουν ή είναι αδύνατο για διαφόρους λόγους να εφαρμοσθούν.

ΔΕΙΚΤΗΣ ≥ 15 σοβαρή:

Όπως ανωτέρω αρχικά και πιθανή πολλαπλή χειρουργική αντιμετώπιση. Παραπομπή για C-ΡΑΡ.

Σημείωση: Η επικρατούσα άποψη, Άπνοια = Μόνο CΡΑΡ, είναι απόλυτα αντιεπιστημονική και δυνητικά επικίνδυνη για τον ασθενή, όπως επίσης επικίνδυνη μπορεί να είναι και η θέση Ροχαλητό & Άπνοια = Μόνο Χειρουργείο. Η αλήθεια βρίσκεται στη σωστή εκτίμηση και αντιμετώπιση κάθε περιστατικού ξεχωριστά. Υπάρχουν πολλές απλές, φθηνές, εύκολα ανεκτές και μη αιματηρές λύσεις για το ροχαλητό και την άπνοια, πριν φθάσει κανείς στο χειρουργείο ή στη συσκευή CΡΑΡ.

 

Δρ. Αντώνης Γ. Παπαβασιλείου, Χειρουργός Ωτορινολαρυγγολόγος
Διευθυντής ΩΡΛ/ΚΟΥ Κέντρου Ροχαλητού Ιατρικού Ψυχικού, Πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων ΩΡΛ/γων, Ελ.Επ.
 
 

Λίγα λόγια για το αυτί

Το αυτί για να μπορέσει να εκτελέσει τις λειτουργίες του χωρίζεται σε τρία μέρη:
  1. Το έξω αυτί
  2. Το μέσο αυτί: Χωρίζεται από το έξω με το τύμπανο και περιλαμβάνει τρία μικρά οστάρια ενωμένα μεταξύ τους σαν αλυσίδα. Είναι μια μικρή αεροφόρος κοιλότητα που ο μόνος τρόπος επικοινωνίας της με το περιβάλλον γίνεται μέσα από ένα μικρό σωλήνα, την ευσταχιανή σάλπιγγα, που καταλήγει στο πίσω τμήμα της μύτης, δίπλα από τα κρεατάκια.
  3. Το έσω αυτί: Αποτελείται από τα όργανα ακοής (κοχλίας) και ισορροπίας (λαβύρινθος).

Η ευσταχιανή σάλπιγγα: Εξασφαλίζει τον καλό αερισμό του αυτιού και απομακρύνει τις φυσιολογικές εκκρίσεις του. Ανοίγει για λίγο, κυρίως όταν μασάμε ή χασμουριόμαστε.

Τι είναι εκκριτική ωτίτιδα;

kazanas-otitidastapaidia

Είναι η συλλογή «μη μολυσμένου υγρού» μέσα στο μέσο αυτί, λόγω κακής λειτουργίας της ευσταχιανής σάλπιγγας, με αποτέλεσμα παροδική κατά κανόνα βαρηκοΐα, μέτριου βαθμού.

Πόσο κοινή είναι;

Το 15-20% των παιδιών παρουσιάζουν κάποτε για κάποιο διάστημα συλλογή υγρού στο μέσο αυτί. Αυτό δεν γίνεται όμως πάντα αντιληπτό.

Πότε η ευσταχιανή σάλπιγγα δεν λειτουργεί κανονικά;

Η ευσταχιανή σάλπιγγα στα παιδιά είναι οριζόντια και με πιο ευρύ στόμιο και είναι πιο εύκολα διαπερατή από μικρόβια. Η υπερτροφία των αδενοειδών εκβλαστήσεων (κρεατάκια), τα συχνά κρυολογήματα, η αλλεργία και ορισμένες σπάνιες παθήσεις όπως μογγολισμός, λαγώχειλο ή λυκόστομα, αποτελούν προδιαθετικούς παράγοντες για την εκκριτική ωτίτιδα.

Πως καταλαβαίνουμε ότι το παιδί πάσχει;

Η ελάττωση της ακοής είναι ουσιαστικά το μόνο σύμπτωμα της ύπαρξης υγρού στο αυτί. Η βαρηκοΐα ποικίλλει, ακόμα και από μέρα σε μέρα και μπορεί για μεγάλα διαστήματα να παραμείνει αδιάγνωστη, ιδιαίτερα στα μικρά παιδιά. Οι γονείς συνήθως θεωρούν ότι το παιδί τους «δεν θέλει να τους ακούσει» ή τους αγνοεί ή δεν μπορεί να συγκεντρωθεί εύκολα. Τα μεγαλύτερα παιδιά συνήθως παραπονούνται για το ότι τα αυτιά τους είναι βουλωμένα, κάτι που επιδεινώνεται κατά τη διάρκεια και μετά από κρυολόγημα. Μπορεί να παραπονεθούν και για σποραδικούς πόνους ή θορύβους ακόμα και κώφωση. Τα συμπτώματα αυτά υποχωρούν συνήθως το καλοκαίρι, και μπορεί να επανεμφανιστούν το χειμώνα.

Τι προβλήματα μπορεί να προκύψουν;

1. Σε παιδιά προσχολικής ηλικίας η ελάττωση της ακοής μπορεί να δράσει καθοριστικά στην ανάπτυξη της ομιλίας τους. Είναι επίσης δυνατόν να επηρεαστεί η συμπεριφορά τους κάνοντας τα δύστροπα ή με τάσεις απομόνωσης.
2. Τα παιδιά σχολικής ηλικίας μένουν πίσω στα μαθήματα, αφού με δυσκολία συνήθως παρακολουθούν στην τάξη. Η συμπεριφορά τους επηρεάζεται αφού αισθάνονται μειονεκτικά.

Τι συμβαίνει με το υγρό τελικά;

Στη μεγάλη πλειοψηφία των περιπτώσεων το μέσο αυτί καθαρίζει από μόνο του μέσα σε 4 - 6 εβδομάδες περίπου. Κάποιες φορές το υγρό παραμένει για μεγαλύτερα διαστήματα. Τότε γίνεται παχύρρευστο και κολλώδες.

Τ ι μπορεί να συμβεί αν η εκκριτική ωτίτιδα μείνει αθεράπευτη;

Μόνιμες παραμορφώσεις της δομής του μέσου αυτιού (π.χ. συμφύσεις) και τελικά μόνιμη δυσλειτουργία του, που μπορεί να απαιτήσουν στο μέλλον πολύ ευαίσθητες επεμβάσεις. Επίσης, ας μην υποτιμηθούν καθόλου: η πιθανή καθυστέρηση στην ομιλία, οι δυσκολίες στο σχολείο και οι τάσεις απομονωτισμού στα μεγαλύτερα παιδιά.

Αντιμετώπιση ωτίτιδας

Με αγωγή

Η χρήση φυσιολογικού ορρού και αποσυμφορητικών της μύτης, η αντιβίωση καθώς και το μάσημα τσίχλας, τα μπάνια κ.α. βοηθούν στην απομάκρυνση του υγρού. Αν αυτό παρά τα παραπάνω υπάρχει πάνω από 6 εβδομάδες, τότε μια μικρή χειρουργική επέμβαση καλείται να δώσει τη λύση.

Χειρουργική αντιμετώπιση

Η επέμβαση γίνεται με γενική αναισθησία, διαρκεί περίπου 20 λεπτά και συνίσταται στην, κάτω από το μικροσκόπιο, τοποθέτηση μικρού σωληνίσκου αερισμού πάνω στο τύμπανο ώστε να έλθει σε μόνιμη επικοινωνία το μέσο αυτί με τον αέρα. Έτσι επιτυγχάνονται και η απομάκρυνση του υγρού και ο καλός αερισμός του. Το παιδί παραμένει στο νοσοκομείο μόνο για λίγες ώρες και δεν πονά. Οι σωληνίσκοι αερισμού αποβάλλονται αυτόματα από το ίδιο το αυτί σε διάστημα 6-12 μηνών, αφήνοντας μια ανεπαίσθητη ουλή.

Πρακτική βοήθεια στα παιδιά με εκκριτική ωτίτιδα

Στο σπίτι:  Στο παιδί πρέπει να μιλάμε καθαρά και από κοντά αφού πρώτα του αποσπάσουμε την προσοχή. Φροντίζουμε να μας βλέπει και να μην υπάρχει άλλος θόρυβος, όπως τηλεόραση. Μπορεί να χρειαστεί να επαναλάβουμε κάποιες λέξεις ή να εξηγούμε περιφραστικά. Πρέπει να δείχνουμε κατανόηση στο πρόβλημα του, να του εξηγούμε απλά τι συμβαίνει και το διαβεβαιώνουμε ότι δεν θα διαρκέσει πολύ. Ας μη ξεχνάμε ότι άλλες μέρες ακούει καλύτερα άλλες χειρότερα.
Στο σχολείο:  Ο δάσκαλος πρέπει να ενημερωθεί για τη βαρηκοία. Το παιδί τοποθετείται σε μπροστινό θρανίο και όταν ο δάσκαλος του απευθύνεται πρέπει να είναι ορατός και κατανοητός.

Οδηγίες για παιδιά με σωληνίσκους αερισμού

  1. Παρά το ότι δεν είναι εύκολο να περάσει νερό από το σωληνάκι μέσα στο αυτί, το παιδί πρέπει να είναι προσεκτικό π.χ. να μην κάνει βουτιές. Καμιά ιδιαίτερη προφύλαξη δεν χρειάζεται όταν λούζεται. Αν το παιδί αρχίσει να παραπονείται ξανά για βουλωμένα αυτιά, πόνους ή συνεχή έκκριση από τα αυτιά, παρά το ότι έχει σωληνίσκους, θα πρέπει να επισκεφθεί ειδικό.
  2. Το ταξίδι με αεροπλάνο δεν απαγορεύεται.

Μπορεί να ξαναμαζέψει το παιδί υγρό στα αυτιά του όταν πέσουν τα σωληνάκια;

Πάνω από το 90% των παιδιών απαντούν θετικά στη χειρουργική θεραπεία. Όμως το υπόλοιπο ποσοστό μπορεί να αναπτύξει ξανά εκκριτική ωτίτιδα μετά την απομάκρυνση των σωληνίσκων και να χρειαστεί πάλι να τοποθετηθούν νέοι. Ευτυχώς οι υποτροπές αυτές αφορούν συνήθως παιδιά με σοβαρή αλλεργία, μογγολισμό ή λυκόστομα.

Κολύμβηση

Video

O Δρόμος για την Θεραπεία αποτελεί το site στον χώρο της υγείας, που απευθύνεται σε ασθενείς, ενημερώνοντάς τους για θέματα κλασικής ιατρικής αλλά και εναλλακτικών θεραπειών.

Η ιστοσελίδα περιέχει πληροφορίες και άρθρα, με σκοπό την ενημέρωση και μόνο. Στην περίπτωση που θέλετε να εφαρμόσετε μία θεραπεία που αναγράφεται στο dromostherapeia.gr, επιβάλλεται να συμβουλευτείτε τον γιατρό σας. Η πληροφόρηση που δίνεται εδώ δεν είναι, δεν μπορεί και δεν πρέπει να χρησιμοποιείται σαν βάση για διάγνωση ή επιλογή θεραπείας.
Ο dromostherapeia.gr δεν φέρει καμία ευθύνη για τυχόν λάθη ή παραλείψεις ή οποιοδήποτε πρόβλημα προκύψει που να έχει σχέση με υλικό που περιλαμβάνεται σ’ αυτήν.