Web
Analytics
Tag: συμπτώματα - Ο Δρόμος για την Θεραπεία

Γράφει: Χρήστος Ιατρού ∆/ντής Νεφρολογικού Γ.Ν. Νίκαιας, Πρόεδρος της Ελληνικής Νεφρολογικής Εταιρείας

 

Η Χρόνια Νεφρική Νόσος (ΧΝΝ) ή, παλαιότερα, αποκαλούμενη και Χρόνια Νεφρική Ανεπάρκεια είναι η κατάσταση εκείνη η οποία χαρακτηρίζεται προοδευτική απώλεια της νεφρικής λειτουργίας λόγω βλάβης των νεφρών, σε χρονική περίοδο μερικών μηνών ή ετών, με αποτέλεσμα την αδυναμία των νεφρών να απομακρύνουν άχρηστες ουσίες (π.χ. ουρία) και το περίσσιο νερό (υγρό) από τον οργανισμό. Το τελικό αποτέλεσμα είναι οι ουσίες αυτές και τα υγρά να αθροίζονται στον οργανισμό και να προκαλούν επιπλοκές από τα διάφορα όργανα (καρδιά, αγγεία, οστά κ.λπ.).

 

Η συχνότητα εµφάνισης της νόσου δυστυχώς βαίνει συνεχώς αυξανόµενη και παίρνει τη µορφή επιδηµίας. Στις Ηνωµένες Πολιτείες της Αµερικής (ΗΠΑ) τα επιδηµιολογικά στοιχεία δείχνουν ότι το 10-12% του πληθυσµού (δηλ. 26.000.000 περίπου) έχει πρόβληµα µε τους νεφρούς του (εννοώντας από τη διαπίστωση µίας απλής µικροσκοπικής αιµατουρίας σε τυχαία εξέταση γενικής ούρων µέχρι και τελικό στάδιο ΧΝΝ, δηλ. το στάδιο όπου ο ασθενής είναι αναγκασµένος για να επιβιώσει να υποβληθεί σε εξωνεφρική κάθαρση -αιµοκάθαρση ή περιτοναϊκή κάθαρση- ή µεταµόσχευση νεφρού). Αντίστοιχα επιδηµιολογικά δεδοµένα υπάρχουν και για την Ευρώπη.

Με δεδοµένο ότι το 10% του πληθυσµού ενός κράτους έχει νεφρικό πρόβληµα, µπορεί κανείς να πει ότι στην Ελλάδα 1.000.000 συµπολίτες µας έχουν ΧΝΝ (από πολύ ελαφρά µορφή έως και πολύ σοβαρή, δηλαδή τελικό στάδιο αυτής). Το 10% µάλιστα απ' αυτούς, δηλαδή 100.000, θα πρέπει να έχουν σοβαρή ΧΝΝ (δηλαδή µε σηµαντική έκπτωση της νεφρικής λειτουργίας), σύµφωνα πάντα µε τις εκτιµήσεις των υπαρχουσών επιδηµιολογικών µελετών σε ΗΠΑ και Ευρώπη.

Η συµπτωµατολογία της ΧΝΝ εξαρτάται από το βαθµό της βλάβης των νεφρών και την εξέλιξή της. Στο αρχικό στάδιο (Στάδιο Ι της νόσου), όπου παρότι υπάρχει βλάβη των νεφρών η νεφρική λειτουργία είναι φυσιολογική, ο ασθενής δεν αντιλαµβάνεται τίποτα και η διαπίστωση του νεφρικού προβλήµατος µπορεί να γίνει από έναν τυχαίο εργαστηριακό έλεγχο (αίµατος, ούρων ή απεικόνιση, π.χ. υπερηχογράφηµα νεφρών).

Tα συμπτώματα

Όσο η βλάβη προχωράει η νεφρική λειτουργία µειώνεται και µπορεί να εµφανιστούν διάφορα συµπτώµατα και εργαστηριακά ευρήµατα όπως αδυναµία, καταβολή, αναιµία, υπέρταση, ηλεκτρολυτικές διαταραχές (αυξηµένο κάλιο, χαµηλό νάτριο, υψηλό φώσφορο, χαµηλό ασβέστιο), αυξηµένη χοληστερίνη και τριγλυκερίδια, διαταραχές από την καρδιά και τα αγγεία, διαταραχές από τα οστά, νευροπάθεια, αιµορραγική διάθεση κ.ά.

Το δυστύχηµα είναι ότι οι προαναφερόµενες κλινικές εκδηλώσεις αρχίζουν κυρίως να εµφανίζονται όταν η νεφρική λειτουργία έχει χαθεί σε µεγάλο βαθµό, δηλαδή πάνω από το 50%, και τότε το µόνο που µπορεί να κάνει κανείς είναι να επιβραδύνει (όσο µπορεί) την εξέλιξη της ΧΝΝ προς το τελικό στάδιο αυτής µε θεραπευτικές παρεµβάσεις.

Τα συχνότερα αίτια της ΧΝΝ είναι οι σπειραµατονεφρίτιδες (πρωτοπαθείς, δηλαδή αυτές όπου δεν βρίσκεται συνήθως το αίτιο, ή δευτεροπαθείς, αυτές στις οποίες το αίτιο είναι γνωστό, όπως π.χ. ο συστηµατικός ερυθηµατώδης λύκος, αγγειίτιδες κ.λπ.), ο Σακχαρώδης ∆ιαβήτης και η υπέρταση.

Άλλα αίτια µπορεί να είναι συγγενείς παθήσεις των νεφρών (π.χ. πολυκυστική νόσος των νεφρών), κατάχρηση φαρµάκων, απόφραξη της ουροφόρου οδού (από το ύψος των νεφρών µέχρι την ουροδόχο κύστη) κ.ά.

Για την εµφάνιση βέβαια της νόσου συµβάλλουν και διάφοροι προδιαθεσικοί παράγοντες όπως η µεγάλη ηλικία, το οικογενειακό ιστορικό νεφροπάθειας, η παχυσαρκία, το κάπνισµα, η φυλή, το φύλο και η εθνικότητα του ασθενούς.

Η θεραπεία

Η διάγνωση της νόσου µπορεί να γίνει µε τυχαίο εργαστηριακό έλεγχο στο πλαίσιο ενός τσεκαπ ή µε προγραµµατισµένο έλεγχο σε ασθενείς που έχουν εκδηλώσει συµπτωµατολογία ΧΝΝ, έχουν νόσηµα το οποίο γνωρίζουµε ότι µπορεί να προκαλέσει βλάβη στους νεφρούς ή υπάρχει προδιαθεσικός παράγοντας για ΧΝΝ.

Η θεραπεία της Χρόνιας Νεφρικής Νόσου αρχικά στοχεύει στην επιβράδυνση ή στο σταµάτηµα της εξέλιξής της προς το τελικό στάδιο αυτής.

Τούτο µπορεί να επιτευχθεί µε καλή ρύθµιση της αρτηριακής πίεσης, καλή ρύθµιση του σακχάρου του αίµατος (στους διαβητικούς ασθενείς), διακοπή του καπνίσµατος, ρύθµιση της υπερχοληστεριναιµίας και υγιεινή διατροφή (µείωση της λήψης αλατιού, όχι µεγάλη κατανάλωση κρέατος κ.ά.).

Όταν όµως η Χρόνια Νεφρική Νόσος εξελιχθεί προς το τελικό στάδιο αυτής και η συµπτωµατολογία είναι έντονη, η αντιµετώπισή της γίνεται µε εξωνεφρική κάθαρση (αιµοκάθαρση - τεχνητό νεφρό - ή περιτοναϊκή κάθαρση) σε συνδυασµό µε φαρµακευτική αγωγή ή µεταµόσχευση νεφρού.

Καθεµία από τις τελευταίες µεθόδους έχει τα προβλήµατά της, αλλά η καλή συνεργασία του γιατρού και του ασθενούς µπορεί να εξασφαλίσει τη σωστή αντιµετώπιση του τελευταίου, την καλή ποιότητα ζωής του και τη µειωµένη νοσηρότητα και θνητότητά του.

Πρόληψη και διαπίστωση

Μην ξεχνάµε όµως ότι το σηµαντικότερο για κάθε νόσηµα δεν είναι η αντιµετώπιση, αλλά η πρώιµη διαπίστωσή του ή καλύτερα η πρόληψή του. Τούτο δεν διαφέρει και για τη ΧΝΝ.

Για την πρώιµη διαπίστωση της ΧΝΝ απαιτούνται απλές εξετάσεις:

  1. Γενική ούρων (ανιχνεύει την ύπαρξη αίµατος και πρωτεϊνών στα ούρα, ενδεικτικά ευρήµατα νεφροπάθειας).
  2. Μέτρηση επιπέδων ουρίας και κυρίως κρεατινίνης στο αίµα (προσοχή, η κρεατινίνη µπορεί να είναι φυσιολογική ακόµα και αν έχει χαθεί το 50% της νεφρικής λειτουργίας, πράγµα που σηµαίνει ότι ο γιατρός ή το εργαστήριο θα πρέπει έχοντας την τιµή κρεατινίνης να  υπολογίζει το ποσοστό της νεφρικής λειτουργίας).
  3. Υπερηχογράφηµα νεφρών.

Για την πρόληψη της ΧΝΝ απαιτούνται:

  • Παρακολούθηση και ρύθµιση της αρτηριακής πίεσης (αν υπάρχει).
  • Αντιµετώπιση της παχυσαρκίας.
  • ∆ιακοπή του καπνίσµατος.
  • Υγιεινή διατροφή (όχι πολύ αλάτι, όχι πολλά κρέατα).
  • Εξέταση αίµατος για προσδιορισµό των επιπέδων γλυκόζης νηστείας ή αν απαιτείται και µετά από χορήγηση σακχάρου από το στόµα.
  • Αντιµετώπιση της υπερχοληστεριναιµίας.

Προληπτικά µέτρα απαιτούνται όχι µόνο γι' αυτούς που έχουν επιβαρυντικούς ή προδιαθεσικούς παράγοντες για εµφάνιση ΧΝΝ αλλά για όλους.

 

Χρήστος Ιατρού ∆/ντής Νεφρολογικού Γ.Ν. Νίκαιας
Πρόεδρος της Ελληνικής Νεφρολογικής Εταιρείας

 

Πηγή: Health (Ελεύθερος Τύπος)

Γράφουν: ∆ηµήτριος Ζαφειρίου, Αναπληρωτής Καθηγητής Παιδιατρικής Νευρολογίας-Αναπτυξιολογίας ΑΠΘ και Ευθυµία Βαργιάµη, Λέκτορας Παιδιατρικής Νευρολογίας ΑΠΘ

 

H νόσος του Pompe είναι ένα σπάνιο κληρονοµικό µεταβολικό νόσηµα. Περιγράφηκε πρώτη φορά από το δρα JC Pompe το 1932 και η συχνότητά του κυµαίνεται από 1/40.000 έως 1/300.000 µεταξύ των διάφορων πληθυσµών.
 
Οφείλεται σε µερική ή ολική έλλειψη ή λειτουργική ανεπάρκεια µιας απαραίτητης για τη λειτουργία του ανθρώπινου οργανισµού ουσίας, της όξινης α-γλυκοσιδάσης, η οποία προκύπτει από µεταλλάξεις στο γονίδιο που κωδικοποιεί την ουσία αυτή. Η ανεπάρκεια της ουσίας αυτής οδηγεί στη συσσώρευση του αδιάσπαστου γλυκογόνου σε κυτταρικά οργανίδια που ονοµάζονται λυσοσώµατα, κυρίως στους µύς αλλά και σε άλλους ιστούς των πασχόντων.
 
Η κλινική εικόνα ποικίλλει µε κοινό χαρακτηριστικό την ποικίλης βαρύτητας µυοπάθεια και διαφορές που αφορούν την ηλικία έναρξης, την έκταση προσβολής των ιστών ή οργάνων, την πορεία της νόσου και τη δυνητικά θανατηφόρο κατάληξη. Οι µύες που πλήττονται κατά κύριο λόγο είναι οι σκελετικοί (επηρεάζοντας την κινητικότητα), οι αναπνευστικοί (επηρεάζοντας την αναπνευστική λειτουργία) και ο καρδιακός µυς (στα βρέφη).
 
Ανάλογα µε την ηλικία έναρξης, την έκταση προσβολής ιστών ή οργάνων και την πορεία της νόσου διακρίνεται η κλασική µορφή η οποία εκδηλώνεται εντός των πρώτων µηνών της ζωής µε καρδιοµεγαλία, υποτονία, µυϊκή αδυναµία, µακρογλωσσία και ηπατοµεγαλία και οι όψιµες µορφές της νόσου όπου κυριαρχούν τα συµπτώµατα που σχετίζονται µε τη δυσλειτουργία των σκελετικών µυών, προκαλώντας κινητικά και αναπνευστικά προβλήµατα. Ετσι, το πρώτο σύµπτωµα µπορεί να είναι δυσκολία στην άνοδο σκάλας, δυσκολία στο τρέξιµο και τη συµµετοχή σε αθλήµατα, καθυστέρηση επίτευξης των κινητικών οροσήµων για τα νήπια, δυσκολία κατά την έγερση από την καθιστή ή ύπτια θέση, δυσχέρεια βάδισης, µυϊκές κράµπες ή υποτονία. Η προσβολή των αναπνευστικών µυών έχει ως αποτέλεσµα περίπου µισοί από τους ασθενείς µε όψιµης έναρξης νόσο Pompe να αναφέρουν από την αρχή συµπτώµατα αναπνευστικής ανεπάρκειας ή δύσπνοια προσπάθειας. Τελικό αποτέλεσµα είναι η πρόκληση πνευµονικής καρδίας και ενδεχοµένως οξεία αναπνευστική ανεπάρκεια.
 
Η πρώιµη έναρξη των συµπτωµάτων προδικάζει συνήθως ταχύτερη εξέλιξη, αν και η βαρύτητα συσχετίζεται περισσότερο µε τη διάρκεια της νόσου παρά µε την ηλικία του ασθενούς.
 
Η διάγνωση της νόσου του Pompe πραγµατοποιείται µε προσδιορισµό της ενεργότητας της υπεύθυνης ουσίας (της όξινης α-γλυκοσιδάσης) στο αίµα ή στο δέρµα και επιβεβαιώνεται µε µοριακές τεχνικές (εξετάσεις που πραγµατοποιούνται σε εθνικό επίπεδο στο Ινστιτούτο Υγείας Παιδιού). Η µοριακή ανάλυση είναι ιδιαίτερα χρήσιµη στην αναζήτηση φορέων της νόσου σε οικογένειες µε πάσχοντα µέλη, καθώς και για τον προγεννητικό έλεγχο.
 
Εως το 2006 η αντιµετώπιση της νόσου Pompe βασιζόταν σε υποστηρικτικά µέτρα. Το 2006 εγκρίθηκε από την Αµερικανική και Ευρωπαϊκή Επιτροπή Φαρµάκων (FDA & ΕΜΑ) η εµπορική κυκλοφορία της ανασυνδυασµένης ανθρώπινης α-γλυκοσιδάσης (α-γλυκοσιδάση, Myozyme), δηλαδή της ανεπαρκούς ουσίας στη Β. Αµερική και την Ευρώπη κι έτσι έγινε δυνατή η ευρεία χρήση της θεραπείας υποκατάστασης για ασθενείς όλων των ηλικιών µε νόσο του Pompe.
 
Το φάρµακο χορηγείται αργά, ενδοφλέβια, µέσα σε 3-4 ώρες κάθε 15 ηµέρες. Οι µέχρι σήµερα µελέτες δείχνουν πολύ καλά αποτελέσµατα τόσο στη βρεφική όσο και στην όψιµης έναρξης νόσο. Γενικά θεωρείται µια ασφαλής θεραπευτική προσέγγιση µε ελάχιστες ανεπιθύµητες ενέργειες και ορισµένους περιορισµούς ιατρικούς, οικονοµικούς και συναισθηµατικούς που σχετίζονται µε την εβδοµαδιαία έγχυση του φαρµάκου. Το τελευταίο πρόβληµα αναµένεται να λυθεί µε την εκπαίδευση των ασθενών και τη δηµιουργία κατάλληλων υποδοµών, µε σκοπό την εφαρµογή της θεραπείας στο περιβάλλον του σπιτιού τους.
 
∆ηµήτριος Ζαφειρίου, Αναπληρωτής Καθηγητής Παιδιατρικής Νευρολογίας-Αναπτυξιολογίας ΑΠΘ
Ευθυµία Βαργιάµη, Λέκτορας Παιδιατρικής Νευρολογίας ΑΠΘ

Η αξιοθαύμαστη πολυπλοκότητα του ανθρώπινου μυαλού και το «προϊόν» του, η φαινομενικά απλή, καθημερινή ανθρώπινη συμπεριφορά, εκλαμβάνονται από τους ανθρώπους ως δεδομένα Πρόκειται για κάτι λογικό να συμβαίνει για λόγους «απλοποίησης» και μη υπερφόρτωσης του εγκεφάλου, όπως για παράδειγμα το γεγονός ότι βλέπουμε ορισμένες συχνότητες χρωμάτων, ακούμε ορισμένες συχνότητες ήχων, και όχι όλες όσες υπάρχουν στην φύση. Αυτή την καθημερινή συμπεριφορά μας, την οποία εκλαμβάνουμε ως δεδομένη, θα μπορούσαμε να την αποκαλέσουμε «ψυχοσωματική», με την έννοια ότι σκέψεις, συναισθήματα και άλλες εγκεφαλικές λειτουργίες μετατρέπονται σε ηλεκτροχημικές διαδικασίες. Λαμβάνουν χώρα καθημερινά, για παράδειγμα στον τομέα της σεξουαλικής διέγερσης και απόλαυσης. Μήπως κατ επέκταση, τα λεγόμενα ψυχοσωματικά συμπτώματα έχουν πολλά περισσότερα πράγματα να μας «πουν» για τις σκέψεις και τα συναισθήματα μας; Στην κατανόηση αυτού αποσκοπεί το ακόλουθο απλοποιημένο παράδειγμα.

Φανταστείτε έναν άνθρωπο ο οποίος βρίσκεται σε μία καφετέρια με την παρέα του, και βλέπει ένα παλιό φιλικό πρόσωπό να περνά, το οποίο συμπαθούσε αρκετά. Το «οπτικό εξωτερικό ερέθισμα» της εικόνας του ατόμου, ενεργοποιεί μεταξύ άλλων και την μνήμη του, οπότε θυμάται πχ ευχάριστες στιγμές με το άτομο αυτό (διαδικασία που γίνεται αστραπιαία και δεν γίνεται συνειδητό ότι λαμβάνει χώρα, από την συνείδηση του ατόμου). Οι ευχάριστες αναμνήσεις φέρνουν την «δημιουργία» του συναισθήματος της χαράς την συγκεκριμένη στιγμή στον εγκέφαλο του, με αποτέλεσμα να χαμογελάσει. Σκέφτεται ταυτόχρονα ότι θα ήθελε να μιλήσει στο συγκεκριμένο άτομο, καθώς αυτό τον προσπερνά. Η σκέψη του, να χαιρετίσει, «οδηγεί», στο να κινήσει το χέρι του χαιρετώντας.

Η σκέψη λοιπόν του ατόμου, να χαιρετήσει κάποιον, «έδωσε κίνηση στο χέρι του». Θα μπορούσαμε να ονομάσουμε αυτή την διαδικασία «ψυχοσωματικό σύμπτωμα», αν δεν είχε επικρατήσει η αρνητική «χροιά» του όρου.
Στην πραγματικότητα, η σκέψη μας, τα συναισθήματα, η μνήμη δεν είναι άυλες διαδικασίες. Με το που σκεφτούμε, νιώσουμε, θυμηθούμε κάτι, παρατηρείται ταυτόχρονα ηλεκτροχημική δραστηριότητα (των εγκεφαλικών κυττάρων, των νευρώνων. Αυτή η ηλεκτροχημική δραστηριότητα επιδρά στη συνέχεια στο σώμα μας, «θετικά» ή «αρνητικά» , καθώς επηρεάζει το κεντρικό νευρικό σύστημα, το ανοσοποιητικό κ.α., άμεσα ή έμμεσα ελεγχόμενα από τον εγκέφαλο.

Αν επομένως «μάθουμε» να επηρεάζουμε την σκέψη μας και την συναισθηματική διάθεση, ή να μην επιτρέπουμε να επηρεάζεται αρνητικά για μεγάλο χρονικό διάστημα από εξωτερικούς παράγοντες (κάτι το οποίο αναπόφευκτα συμβαίνει), μπορούμε να επηρεάσουμε και αυτή την δραστηριότητα (ακόμη και την διάρκεια δυσάρεστων συναισθημάτων) και κατ επέκταση το τι συμβαίνει στο σώμα μας.

Γενικά για τον ανθρώπινο εγκέφαλο ισχύει το εξής. Δεν μπορεί να μην επηρεαστεί από εξωτερικά ερεθίσματα, τα οποία μπορούν να προκαλέσουν θετικές ή αρνητικές σκέψεις και συναισθήματα. Χάριν όμως στην λογική σκέψη, μπορούμε να μάθουμε να ρυθμίζουμε την διάρκεια π.χ των αρνητικών συναισθημάτων, ακόμα και να τα «σταματάμε» σχεδόν αμέσως μετά την «γέννησή» τους.

Έχουμε καταφέρει μάλιστα με ειδικές διαδικασίες να «έχουμε φωτογραφίες» των εγκεφαλικών περιοχών που λειτουργούν όταν ακούμε μουσική, όταν νιώθουμε ευχάριστα ή δυσάρεστα συναισθήματα, όταν ακούμε μουσική ή λύνουμε ένα μαθηματικό πρόβλημα.
Στο παράδειγμα του ατόμου που αναφέραμε, η ηλεκτροχημική δραστηριότητα κατέληξε σε χιλιοστά του δευτερολέπτου στα νεύρα του χεριού του, με αποτέλεσμα να μπορεί να το κινήσει χαιρετώντας. Πρόκειται για μία ψυχοσωματική διαδικασία από τις άπειρες που εκτελούμε καθημερινά, και όμως νομίζουμε ότι είναι απλή, και την εκλαμβάνουμε ως δεδομένη. Σκέψη και συναίσθημα, «συνδυάζονται συνεχώς, επιδρώντας στον οργανισμό μας, εσωτερικά ή εξωτερικά. Αυτό γίνεται σε συνδυασμό με άλλες λειτουργίες όπως πχ της μνήμης, οι οποίες συχνά δεν είναι καθόλου «προσβάσιμες» από την συνείδησή μας, για την δική μας «προστασία».

Στο προηγούμενο παράδειγμα, ας υποθέσουμε ότι το άτομο που κάθεται στην καφετέρια είναι μία γυναίκα και το άτομο που περνά, ένας παλιός της σύντροφος. Ενώ επιθυμεί να τον χαιρετίσει, μία ασυνείδητη δυσάρεστη σκέψη ότι αυτό δεν είναι «σωστό» (δεν συμβαδίζει ηθικά με τον ρόλο της γυναίκας που μάθατε από μικρή ηλικία) τελικά την αποτρέπει, και ενώ έχει μισοσηκώσει το χέρι της για να το χαιρετήσει, τελικά το κατεβάζει. Σκεπτόμενη μετά γιατί δεν χαιρέτισε, πιθανά να αδυνατεί να κατανοήσει το γιατί. Η ηθική μας αποτελεί ένα σύνολο «κανόνων» του τι είναι σωστό, ασυνείδητων στο μεγαλύτερο μέρος τους από το μυαλό μας. «Αποθηκευμένοι στην μνήμη, τους «χρησιμοποιούμε» καθημερινά, συνήθως εν αγνοία μας. Μπορούν να «γεννήσουν» ψυχοσωματικά συμπτώματα» όταν συγκρούονται ασυνείδητα με επιθυμίες μας (τα «θέλω» μας ή πχ με ένστικτα όπως το σεξουαλικό).

Το παραπάνω παράδειγμα ήταν μία ιδιαίτερα απλουστευμένη προσπάθεια να δοθεί μία μικρή εικόνα των άυλων ψυχικών διαδικασιών (σκέψης, συναισθήματος, μνήμης) που τελικά δεν είναι και τόσο άυλες, και το πόσο εύκολα επηρεάζουν το σώμα μας, στην συγκεκριμένη περίπτωση «εξωτερικά», δηλαδή στο αν θα κινήσουμε το χέρι μας ή όχι. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι μπορούμε να έχουμε πρόσβαση στα ασυνείδητα κίνητρα της συμπεριφοράς μας. Και βεβαίως το ότι δεν χαιρετίσαμε κάποιον δεν το εκλαμβάνουμε ως «αδυναμία» του εαυτού μας.

Πρόσβαση δεν μπορεί να έχει το άτομο από μόνο του και στα αίτια των λεγόμενων ψυχοσωματικών συμπτωμάτων όπως συνήθως αποκαλούμε την ταχυπαλμία, την εφίδρωση και τόσα άλλα στα οποία έχουμε αναφερθεί στο παρελθόν. Γιατί όμως πολλοί άνθρωποι τα θεωρούν ως ένδειξη αδυναμίας και παλεύουν να τα αντιμετωπίσουν μόνοι τους; Πλήθος γραπτών ερωτήσεων, συχνά ζητά αυτό από έναν ειδικό, ενώ θα ακουγόταν παράξενο να ζητούνταν «οδηγίες» από έναν οδοντίατρο. Σίγουρα είναι καλύτερο από το να μην ρωτήσει ποτέ ένας άνθρωπος. Δείχνει όμως επίσης ότι η επιστήμη της ψυχολογίας ακόμη θεωρείται ότι αφορά την ψυχή, και ότι δεν αποκαθιστά μία «δυσλειτουργία», όπως ένας οδοντίατρος κάνει σφραγίζοντας ένα δόντι.
Εν μέρει οφείλεται στο ότι ο πολιτισμός μας θεωρεί το «ψυχολογικό» ως αδυναμία κατακριτέα, αγνοώντας ότι πρόκειται τελικά για φυσιολογικές εγκεφαλικές λειτουργίες.

Τι είναι τα ψυχοσωματικά συμπτώματα;

Έχουμε αναφερθεί πολύ συχνά σε προηγούμενα κείμενα σε αυτά. Ο εγκέφαλος μας δεν αντιδρά «κινώντας» μόνο τα μέλη του σώματός μας. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στο προηγούμενο παράδειγμα, η ηλεκτροχημική δραστηριότητα που οδήγησε να χαιρετίσουμε κάποιον, ξεκίνησε από ένα οπτικό ερέθισμα, το άτομο που είδαμε. Το θέμα είναι ότι η σκέψη μας ή τα συναισθήματά μας, ή η κίνηση του σώματός μας δεν ξεκινούν μόνο λόγω εξωτερικών ερεθισμάτων, πχ όσφρησης ενός γνωστού μας αρώματος. Μπορούμε να «δίνουμε και οι ίδιοι την εκκίνηση», παρότι νομίζουμε ότι δεν το κάναμε. Απλά δεν είναι συνειδητό το γεγονός ότι το κάνουμε.

Αποτελούν «τρόπο ειδοποίησης» ότι κάτι «δυσάρεστο» απασχολεί το μυαλό μας.

Το μυαλό μας έχει την ικανότητα να «κρύβει» από το συνειδητό και να «μετατρέπει» σε ψυχοσωματικά συμπτώματα, δυσάρεστα συναισθήματα, σκέψεις, ή «συγκρούσεις» μεταξύ αυτών, περιγράφοντας κάπως απλά την διαδικασία αυτή. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό ενός παιδιού το οποίο δεν λαμβάνει με «σωστό» ή αρκετό τρόπο την αγάπη των γονιών του, και μπορεί να εμφανίσει έντονους πόνους στομάχου, χωρίς συνειδητά να τους προκαλεί. Επιπλέον, οι πόνοι αυτοί είναι μία ασυνείδητη προσπάθεια για να «προσελκύσει» ξανά το ενδιαφέρον των γονιών κοντά του. Αυτός ο «μηχανισμός» δεν σταματά στην ενήλικη ζωή μας. Πρόκειται για έναν αμυντικό μηχανισμό, χρήσιμο εν μέρει, «εμποδίζει» όμως το άτομο στην καθημερινή ζωή του, όταν χρησιμοποιείται για μεγάλο χρονικό διάστημα

Γιατί τα ψυχοσωματικά παρουσιάζουν υφέσεις και εξάρσεις;

Το μυαλό μας μπορεί να συνηθίσει να σωματοποιεί, να μάθει να χρησιμοποιεί όλο και περισσότερο τα ψυχοσωματικά συμπτώματα, ως π.χ αντίδραση στο άγχος, στην θλίψη, όσο χρονικά το άτομο αναβάλλει την αντιμετώπισή τους μέσω ειδικού, κατανοώντας και αντιμετωπίζοντας την πραγματική αιτία του άγχους που τα δημιουργεί. Η γνώση μίας σωστής αυτοανάλυσης «αποκτάται», δεν υπάρχει έμφυτη, καθώς εμποδίζεται από «αμυντικούς μηχανισμούς».

Επιπλέον, μόνο του, το ανθρώπινο μυαλό, μπορεί να «ανακαλύψει» διάφορα υποκατάστατα για να αντιμετωπίζει το άγχος, τα οποία λειτουργούν μόνο προσωρινά, καθώς δεν αντιμετωπίζουν την αιτία του άγχους, αλλά μόνο το ψυχοσωματικό σύμπτωμα. Ένα κλασικό υποκατάστατο είναι το φαγητό, το οποίο αποτελώντας μία «χημική» ικανοποίηση για τον εγκέφαλο, «καταπραΰνει» προσωρινά το άγχος. Ένα άλλο μπορεί να είναι η γυμναστική η οποία επίσης έχει ως αποτέλεσμα την έκκριση φυσικών χημικών ουσιών από τον εγκέφαλο, οι οποίες λειτουργούν ως προσωρινά ανακουφιστικά. Όπως και στην ιατρική όμως, όταν αντιμετωπίζουμε ένα σύμπτωμα, και όχι την αιτία του, το αποτέλεσμα είναι να προκύπτουν διάφορα νέα συμπτώματα, τα οποία προειδοποιούν να αντιμετωπίσουμε την «πηγή» του άγχους.

Εξυπηρετούν την «απόκρυψη» της αιτίας του άγχους και αντίθετα, την ενασχόληση του μυαλού με αυτά.

Είναι πιο εύκολο για το ανθρώπινο μυαλό να ασχολείται με τα τσιμπήματα της καρδιάς και να κάνει συνεχώς ιατρικές εξετάσεις, ως «αντιμετώπιση» πχ του άγχους επιβίωσης, παρά να αντιμετωπίσει έναν κίνδυνο άυλο, τον οποίο δεν ελέγχει, όπως την πιθανότητα απώλειας της εργασίας του. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι κατ αυτόν τον τρόπο, το μυαλό χρησιμοποιεί μία «πρόχειρη άμυνα» που διαθέτει, να «μεταφέρει» και να «διοχετεύει» το άγχος από φαινομενικά» μη αντιμετωπίσιμα θέματα, σε φαινομενικά άσχετα, αλλά «χειροπιαστά» ψυχοσωματικά συμπτώματα, όπως π.χ σε θέματα υγείας. Παρόμοια «μετατροπή» του άγχους σε θυμό, έχουν ζήσει πολλοί άνθρωποι όταν ο σύντροφός τους επιστρέφει αγχωμένος από την εργασία του και είναι ιδιαίτερα ευερέθιστος και οξύθυμος.

Τα ψυχοσωματικά συμπτώματα λοιπόν, ως «αμυντικός μηχανισμός» του μυαλού, προσφέρουν ένα περίεργο αλλά οδυνηρό «κέρδος» στο άτομο. Ασχολείται η σκέψη του τόσο πολύ με αυτά, μη μπορώντας να προσεγγίσει πλέον την πραγματική τους αιτία, και κατά ειρωνικό τρόπο, «ξεχνώντας την και κρύβοντάς την από την συνείδηση συχνά». Κατ αυτόν τον τρόπο ενασχόληση του ειδικού, είναι να σταματήσουν άμεσα αυτά, ως προτεραιότητα, προκειμένου να καθοδηγήσει την σκέψη του ατόμου στην κατανόηση της αιτίας τους και μετέπειτα στην αντιμετώπιση αυτής.

Σύμφωνα με τα παραπάνω, έγινε μία όσον το δυνατόν προσπάθεια απλοποίησης του πώς οι φαινομενικά άυλες σκέψεις και συναισθήματα, μετατρέπονται σε «ύλη» από το μυαλό μας, καθημερινά. Κάτι το οποίο μεταφράζεται στο ότι τα ψυχοσωματικά συμπτώματα δεν αποτελούν κάποιο ανίατο πρόβλημα ή «γενετική καταδίκη», χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι ο καθημερινός άνθρωπος διαθέτει τις γνώσεις για να τα σταματήσει ή ότι θα πρέπει να λειτουργεί ως «ειδικός» για τον εαυτό του.

 

 

Ψυχοσωματικό σύμπτωμα θεωρείται αυτό που προκαλείται ή επιδεινώνεται από ψυχολογικούς παράγοντες. Τα περισσότερα σωματικά προβλήματα επηρεάζονται από την ψυχολογική κατάσταση του ατόμου, όμως έχει παρατηρηθεί ότι κάποιες σωματικές διαταραχές είναι πιο επιρρεπείς στο στρες. Οι πιο συχνές είναι:

  • το έλκος στομάχου.
  • το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου.
  • οι δερματικές παθήσεις.
  • η υψηλή αρτηριακή πίεση.
  • τα μυοσκελετικά προβλήματα.
  • σεξουαλικά προβλήματα.
  • οι ημικρανίες.

Στρεσογόνοι παράγοντες που πυροδοτούν τα ψυχοσωματικά προβλήματα αποτελούν:

  • ο θάνατος αγαπημένου προσώπου.
  • το διαζύγιο.
  • η μετακόμιση.
  • η αλλαγή επαγγέλματος/ συνθηκών εργασίας.
  • ο φόρτος εργασίας/ η απώλεια εργασίας.
  • οι σχολικές εξετάσεις.
  • τα οικονομικά προβλήματα.
  • οι εσωτερικές συγκρούσεις: το χάσμα μεταξύ των εννοιών "τι είμαι" και "τι θα ήθελα να είμαι".
  • οι διαταραγμένες διαπροσωπικές σχέσεις.

Η άμεση επιρροή που ασκεί η ψυχή στο σώμα έγκειται στο γεγονός ότι όταν το επίπεδο του άγχους είναι υψηλό και η διάρκεια του άγχους παρατεταμένη, το σώμα μας ανταποκρίνεται σε αυτή την κατάσταση συναγερμού υπερλειτουργώντας ώστε να αντιμετωπίσει τον "κίνδυνο". Παλιότερα, όταν οι κίνδυνοι διαρκούσαν λίγο, το άγχος βοηθούσε το άτομο να ανταποκριθεί άμεσα και αποτελεσματικά. Μετά το πέρας του κινδύνου το σώμα είχε στη διάθεση του αρκετό χρόνο να επανέλθει στη λειτουργία ηρεμίας.

Σήμερα, οι παράγοντες που προκαλούν άγχος βρίσκονται στο μυαλό μας συνεχώς καθιστώντας τη λειτουργία ηρεμίας του σώματος ελάχιστη. Το σώμα είναι υποχρεωμένο να αποδίδει στο μέγιστο για παρατεταμένο χρονικό διάστημα. Θα ήταν παράλογο να περιμένουμε άψογη λειτουργία χωρίς επιπλοκές.

Η επιβάρυνση του οργανισμού είναι μεγάλη. Κάθε σώμα έχει το δικό του ευαίσθητο σημείο το οποίο θα σημάνει συναγερμό μέσω του συμπτώματος. Αυτό είναι η προειδοποίηση ότι η αλλαγή στον τρόπο ζωής και σκέψης είναι επιτακτική. Το άγχος αποδυναμώνει το ανοσοποιητικό σύστημα καθιστώντας τον οργανισμό ευάλωτο σε βακτηρίδια, ιούς, ακόμη και καρκινογόνα κύτταρα. Τα ζωτικά όργανα, η καρδιά, τα αγγεία, το πάγκρεας, το στομάχι, το έντερο, τα νεύρα κ.λ. επιβαρύνονται λόγω της αυξημένης λειτουργίας.

Για την ουσιαστική αντιμετώπιση των ψυχοσωματικών συμπτωμάτων είναι απαραίτητη η ανίχνευση των παραγόντων που προκαλούν το άγχος στο περιβάλλον του ατόμου. Η προσέγγιση είναι διττή: η απάλειψη του στρεσογόνου παράγοντα εάν είναι εφικτή και η αλλαγή του τρόπου ερμηνείας των γεγονότων από το άτομο. Επιπλέον, η έκφραση απωθημένων συναισθημάτων (συχνά ο θυμός) και η εξάσκηση συμπεριφορών διεκδικητικότητας είναι τεχνικές που εφαρμόζονται. Σημαντικό ρόλο στη μείωση του στρες διαδραματίζουν το κοινωνικό υποστηρικτικό δίκτυο (συναντήσεις με φίλους και συγγενείς), ο αθλητισμός (περπάτημα, κολύμβηση, ομαδικά αθλήματα, yoga) οι μυοχαλαρωτικές ασκήσεις και οι δημιουργικές δραστηριότητες (ενασχόληση με την τέχνη, μαγειρική, βόλτα σε μουσείο).

Η Καταθλιπτική διαταραχή (ή πιο κοινά η Κατάθλιψη) είναι από τις συχνότερες ψυχικές διαταραχές (μαζί με τις διαταραχές άγχους). Υπολογίζεται ότι τα περιστατικά κατάθλιψης στην Ελλάδα κάθε χρόνο είναι περίπου 8% (δηλαδή καταμετρούνται περίπου 800.000 καταθλιπτικοί ασθενείς) και τα ίδια ποσοστά ισχύουν παγκοσμίως. Εκτιμάται ότι το 8%-12% των ανδρών και 20-26% των γυναικών θα νοσήσουν από κατάθλιψη τουλάχιστον μία φορά στη ζωή τους. Οι γυναίκες δηλαδή είναι πιο επιρρεπείς στο να εμφανίσουν κατάθλιψη, οι πιθανότητες είναι σχεδόν διπλάσιες. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας προβλέπει ότι το 2020 η κατάθλιψη θα είναι μαζί με τα καρδιαγγειακά νοσήματα οι δυο πρώτες ασθένειες από τις οποίες θα υποφέρει ο πληθυσμός παγκοσμίως.

Η κατάθλιψη δεν κάνει διακρίσεις, κάθε άνθρωπος πιθανόν να νοσήσει από κατάθλιψη κάποια στιγμή στην ζωή του, νέος ή ηλικιωμένος και ανεξάρτητα από μόρφωση, κοινωνικό επίπεδο ή οικονομική κατάσταση. Η κατάθλιψη μπορεί να είναι σοβαρή και σε κάποιες περιπτώσεις ιδιαιτέρως επικίνδυνη αφού μπορεί να οδηγήσει σε απόπειρες αυτοκτονίας, αυτό που πρέπει να τονιστεί όμως, είναι πως η κατάθλιψη είναι από τις πιο θεραπεύσιμες ασθένειες.

Συμπτώματα της Κατάθλιψης

Η κατάθλιψη εμφανίζεται με μια μεγάλη ποικιλία συμπτωμάτων, γι αυτό θα πρέπει να δοθεί πολύ προσοχή από την πλευρά των ιατρών και των άλλων ειδικών της υγείας, ώστε να διαγνωσθεί. Τα συμπτώματα μπορεί να μην αφορούν μόνο την διάθεση, αλλά και το αυτόνομο νευρικό σύστημα ή να υπάρχουν και σωματικά ενοχλήματα. Να διευκρινιστεί, ότι στιγμές λύπης, απογοήτευσης ή στεναχώριας βιώνουν παροδικά όλοι κατά τη διάρκεια της ζωής τους, όταν μιλάμε όμως για καταθλιπτική διαταραχή, αναφερόμαστε σε μια ψυχική διαταραχή όπου τα συναισθήματα αυτά είναι πολύ πιο έντονα και ξεπερνούν σε χρονική διάρκεια τις δύο εβδομάδες.   

Τα κυριότερα λοιπόν συμπτώματα της καταθλιπτικής διαταραχής είναι:

  • Καταθλιπτική διάθεση, δηλαδή συναίσθημα έντονης θλίψης, λύπης, απογοήτευσης που διαρκεί το μεγαλύτερο διάστημα της ημέρας, σχεδόν κάθε μέρα.
  • Ανηδονία, δηλαδή έλλειψη ευχαρίστησης για οποιαδήποτε συνηθισμένη δραστηριότητα που στο παρελθόν μας ευχαριστούσε (φαγητό, σεξ, χόμπι, κοινωνικές ή οικογενειακές εκδηλώσεις).

Να σημειωθεί ότι για να τεθεί διάγνωση κατάθλιψης πρέπει να υπάρχει τουλάχιστον ένα από τα δύο παραπάνω συμπτώματα.

Επίσης πρέπει να υπάρχουν τουλάχιστον 4 από τα παρακάτω συμπτώματα:

  • Ψυχοκινητική διέγερση (δηλαδή ανησυχία, ευερεθιστότητα, ένταση) ή ψυχοκινητική επιβράδυνση (μονότονος και βραδύς λόγος, αργές κινήσεις, απλανές βλέμμα).
  • Δυσκολία στον ύπνο: αυτή μπορεί να αφορά αϋπνία, πολύ πρωινή αφύπνιση, δυσκολία επέλευσης του ύπνου ή ύπνος με διακοπές ή και το αντίθετο, υπερυπνία, δηλαδή ανάγκη για αυξημένο ύπνο.
  • Ανορεξία με απώλεια βάρους ή και το αντίθετο, αυξημένη όρεξη με αύξηση του σωματικού βάρους.
  • Διαρκές αίσθημα κόπωσης και απώλεια της ενεργητικότητας.
  • Αισθήματα υπερβολικής ενοχής, αναξιότητας, αυτοκατηγορίας και απελπισίας.
  • Δυσκολία στην προσοχή, στη συγκέντρωση και δυσκολία στη λήψη αποφάσεων.
  • Σκέψεις θανάτου και σκέψεις ή απόπειρα αυτοκτονίας.
  • Για να τεθεί η διάγνωση πρέπει τα προαναφερόμενα συμπτώματα να διαρκούν τουλάχιστον δύο εβδομάδες και να είναι τόσο έντονα ώστε να προκαλούν έκπτωση της λειτουργικότητας του ατόμου σε οικογενειακό, κοινωνικό και επαγγελματικό επίπεδο.

Η κατάθλιψη μπορεί να συνοδεύεται και με διάφορα σωματικά ενοχλήματα (πονοκέφαλοι, πόνοι στη μέση, κράμπες, ναυτία, εμετοί, δυσκοιλιότητα, πόνοι στο στήθος, δύσπνοια) που πολλές φορές, όταν αυτά προεξάρχουν στην κλινική εικόνα, κάνουν δύσκολη τη διάγνωσή της ('καλυμμένη' κατάθλιψη- masked depression). Σε αυτές τις περιπτώσεις ο ασθενής αναζητά συνήθως πρώτα τη βοήθεια ιατρών άλλων ειδικοτήτων (παθολόγου, ορθοπαιδικού, νευρολόγου, γαστρεντερολόγου) πριν τελικά απευθυνθεί σε ψυχίατρο.

Επίσης, σπανιότερα, μπορεί να εμφανιστούν και ψυχωτικά συμπτώματα (Παραληρητικές ιδέες καταστροφής του ιδίου ή του κόσμου, Ψευδαισθήσεις).

Αιτιολογία της Κατάθλιψης

Πολλοί παράγοντες ευθύνονται για την εμφάνιση της κατάθλιψης. Στις αρκετές περιπτώσεις μπορεί να ευθύνονται βιολογικοί παράγοντες και σε άλλες, ίσως λιγότερο σοβαρές, η κατάθλιψη εμφανίζεται ως αντίδραση σε κάποια στρεσογόνα γεγονότα που επηρεάζουν την καθημερινή ζωή του ατόμου. Φαίνεται ότι όλοι αυτοί οι παράγοντες αλληλεπιδρούν και προδιαθέτουν ένα άτομο στην εμφάνιση καταθλιπτικής διαταραχής, που πιθανόν να εμφανιστεί κάποια στιγμή στη διάρκεια της ζωής του. Οι βασικοί παράγοντες που θεωρείται ότι συμμετέχουν στην πρόκληση της κατάθλιψης είναι:

i) Γενετικοί /Κληρονομικοί

Οι συγγενείς ατόμων που πάσχουν από κατάθλιψη εμφανίζουν αυξημένο κίνδυνο να νοσήσουν και αυτοί. Όσο πιο στενή είναι η συγγένεια τόσο πιο αυξημένη είναι η πιθανότητα αυτή. Αυτό παραπέμπει στην ύπαρξη ενός γενετικά κληρονομούμενα παράγοντα, ο οποίος δεν έχει ακόμη εντοπιστεί με ακρίβεια στο χρωμοσωμικό υλικό του ανθρώπου και ευθύνεται για την κληρονομική προδιάθεση προς κατάθλιψη.

ii) Νευροβιολογικοί

Όπως και σε όλες σχεδόν τις ψυχικές διαταραχές, έτσι και στην περίπτωση της καταθλιπτικής διαταραχής σημαντικό ρόλο στην παθογένεια της θεωρείται ότι παίζει η διαταραχή στη δράση των νευροδιαβιβαστικών ουσιών του εγκεφάλου. Νευροδιαβιβαστές είναι οι ουσίες που μεταβιβάζουν την νευρική διέγερση από τον ένα νευρώνα του εγκεφάλου στον άλλο. Τέτοιες ουσίες είναι η νορεπινεφρίνη, η σεροτονίνη , η ακετυλοχολίνη, η ντοπαμίνη και το γ-αμινοβουτυρικό οξύ.

Θεωρείται πιθανό ότι οι καταθλιπτικοί ασθενείς παρουσιάζουν ανεπάρκεια σεροτονίνης στον εγκέφαλο. Αυτό στηρίζεται στο γεγονός ότι κάποια φάρμακα που αναστέλλουν την επαναπρόσληψη της σεροτονίνης –άρα παρατείνουν την δράση της- στον εγκέφαλο (π.χ. φλουοξετίνη) έχουν αντικαταθλιπτική δράση. Από πιο παλιά έχει διατυπωθεί και η υπόθεση της κατεχολαμίνης, ότι δηλαδή η ανεπάρκεια της νοραδρεναλίνης στις νευρικές συνάψεις του εγκεφάλου προκαλεί κατάθλιψη.

Επίσης διαταραχές στον άξονα υποθαλάμου-υπόφυσης-επινεφριδίων ενδέχεται να ενοχοποιούνται για την προδιάθεση σε καταθλιπτική διαταραχή.

iii) Ψυχοκοινωνικοί

Οι ψυχοδυναμικές θεωρίες (σε αυτές εντάσσονται και οι απόψεις του Freud) υποστηρίζουν ότι τραυματικές εμπειρίες από τα πρώτα χρόνια της ζωής του ατόμου, όπως για παράδειγμα η απώλεια ενός γονέα, καθιστούν το άτομο ευάλωτο στην ανάπτυξη καταθλιπτικής διαταραχής.

Στρεσογόνα γεγονότα, δηλαδή γεγονότα που προκαλούν έντονο στρες και άγχος στο άτομο, θεωρείται ότι δρουν ως εκλυτικοί παράγοντες όταν υπάρχει προδιάθεση και έτσι συμβάλλουν αποφασιστικά στην εμφάνιση κατάθλιψης. Οπωσδήποτε, όλοι οι άνθρωποι βιώνουν τέτοια γεγονότα κατά τη διάρκεια της ζωής τους, εξαρτάται λοιπόν από την προδιάθεση αλλά και την προσωπικότητα του καθενός το αν θα εκδηλωθεί καταθλιπτική διαταραχή ή όχι. Τέτοιοι στρεσογόνοι παράγοντες είναι:

Στρεσογόνοι (Εκλυτικοί) παράγοντες που μπορεί να "πυροδοτήσουν" κατάθλιψη

  • Θάνατος αγαπημένου προσώπου.
  • Χηρεία - Απώλεια συντρόφου.
  • Απώλεια εργασίας, ανεργία.
  • Δυσάρεστη ατμόσφαιρα ή συγκρούσεις στο χώρο εργασίας.
  • Διαζύγιο, αποχωρισμός ενός ατόμου.
  • Φτώχεια.
  • Προβλήματα στο γάμο.
  • Αλλαγή χώρου κατοικίας.
  • Αιφνίδιες κοινωνικές ή πολιτισμικές αλλαγές (μετανάστευση).
  • Σημαντική, ξαφνική βλάβη της υγείας
  • Βιώματα από εγκληματική επίθεση ή ατύχημα ή φυσική καταστροφή (σεισμός).
  • Εποχιακές αλλαγές.
  • Περίοδος εμμηνόπαυσης (κλιμακτήριος).
  • Τοκετός. Ο παράγοντας αυτός αποτελεί μια ειδική μορφή κατάθλιψης που συνδέεται και με την περίοδο της λοχείας και ονομάζεται Επιλόχεια κατάθλιψη.

iv) Χρήση ουσιών

Όπως προαναφέρθηκε κατάθλιψη μπορεί να προκληθεί και λόγω κατάχρησης ουσιών, ιδιαίτερα αλκοόλ και ναρκωτικών (κοκαΐνης, ηρωίνης, αμφεταμινών και συνθετικών ναρκωτικών π.χ. κρακ, έκσταση, μανιτάρια κλπ)

v) Σωματικές ασθένειες

Γενικές ιατρικές καταστάσεις μπορεί να προκαλέσουν κατάθλιψη, όπως θυρεοειδοπάθειες, χρόνιες αρθρίτιδες, συστηματικός ερυθηματώδης λύκος και άλλα ρευματικά νοσήματα. Ιδιαίτερη προσοχή πρ΄πει να δοθεί στις διαταραχές του θυρεοειδή που συνδέονται πολύ συχνά με κατάθλιψη, γι αυτό κάθε ασθενής που πρωτεμφανίζει μια ψυχική διαταραχή πρέπει να εξετάσει το θυρεοειδή του! Επίσης, έλλειψη βιταμίνης B12, άνοιες τύπου Αλτσχάιμερ, επιληψία, εγκεφαλικά επεισόδια, όγκοι του παγκρέατος και όγκοι του εγκεφάλου μπορεί να πυροδοτήσουν κατάθλιψη.

Θεραπευτική αντιμετώπιση της κατάθλιψης

Πρέπει κατ' αρχήν να τονιστεί ότι οι θεραπείες της κατάθλιψης είναι διαθέσιμες, ασφαλείς και αποτελεσματικές. Σχεδόν οι 8 στους 10 πάσχοντες από κατάθλιψη θεραπεύονται με επιτυχία, είτε με φάρμακα, είτε με ψυχοθεραπεία, είτε με το συνδυασμό τους. Ακόμη και οι πιο σοβαρές μορφές κατάθλιψης συνήθως απαντούν γρήγορα στην κατάλληλη θεραπεία. Όμως, πρώτα από όλα, η κατάθλιψη πρέπει να αναγνωρισθεί έγκαιρα.

Πολλά άτομα με κατάθλιψη δεν επισκέπτονται ποτέ ψυχιάτρους. Αυτό όμως τους στερεί τη δυνατότητα μιας ταχύτερης και αποτελεσματικότερης θεραπείας και υποφέρουν μακροχρόνια ενώ υπάρχει λύση στο πρόβλημά τους. Οι συνήθεις μορφές θεραπείας της κατάθλιψης είναι η φαρμακευτική θεραπεία (αντικαταθλιπτικά φάρμακα), η ψυχοθεραπεία ή ο συνδυασμός τους. Η επιλογή της θεραπείας εξαρτάται από το πόσο σοβαρά είναι τα συμπτώματα της νόσου και από την πορεία της.

i) Αντικαταθλιπτικά φάρμακα

Τα αντικαταθλιπτικά φάρμακα είναι χρήσιμα για όσους πάσχουν από μέτρια ή σοβαρή κατάθλιψη. Θεωρείται ότι το 60%-70% των καταθλιπτικών βοηθούνται από την αντικαταθλιπτική αγωγή.

Τα αντικαταθλιπτικά φάρμακα δεν προκαλούν εξάρτηση και είναι ασφαλή φάρμακα. Πρέπει όμως να έχουμε υπόψιν ότι τα φάρμακα αυτά δε δρουν αμέσως, αλλά χρειάζονται ένα 'λανθάνοντα χρόνο' 2 έως 8 εβδομάδων για να προκαλέσουν αισθητή βελτίωση των συμπτωμάτων. Συνήθως συστήνεται να παίρνει κανείς αυτά τα φάρμακα επιπλέον για 4 έως 9 μήνες μετά τη βελτίωση των συμπτωμάτων της κατάθλιψης.

Τα αντικαταθλιπτικά φάρμακα δρουν στον εγκέφαλο, επηρεάζοντας την δράση των νευροδιαβιβαστών του. Οι συνηθέστεροι τύποι είναι δύο:

Φάρμακα που αναστέλλουν την επαναπρόσληψη της σεροτονίνης (ή/και της νοραδρεναλίνης):

  • Φλουοξετίνη (Ladose ή το ευρέως χρησιμοποιούμενο στην Αμερική Prozac).
  • Παροξετίνη (Seroxat), Σιταλοπράμη (Seropram), Εσιταλοπράμη (Cipralex), Ντουλοξετίνη (Cymbalta).
  • Βενλαφαξίνη (Efexor).
  • Σερτραλίνη (Zoloft).
  • Τα τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά, που είναι παλιότερα από τα προηγούμενα.
  • Αμιτριπτιλίνη (Saroten).
  • Χλωριμιπραμίνη (Anafranil).

ii) Ψυχοθεραπεία

Η ψυχοθεραπεία είναι μια μορφή "συζήτησης" με έναν ψυχίατρο-ψυχοθεραπευτή, που στοχεύει όχι απλά στο να πει ο ασθενής το πρόβλημά του, να εκτονωθεί και να παρηγορηθεί, αλλά να εντοπίσει με τη βοήθεια του ψυχιάτρου θεμελιώδη ζητήματα που έμαθε να χειρίζεται λάθος και να προσπαθήσει να αλλάξει αυτούς τους δυσλειτουργικούς τρόπου συμπεριφοράς. Η ψυχοθεραπεία οπωσδήποτε δεν έχει τη μορφή 'φιλικής κουβέντας' , αλλά γίνεται σε καθορισμένα από τον ψυχίατρο-ψυχοθεραπευτή πλαίσια. Η ψυχοθεραπεία μπορεί να αποβεί αποτελεσματική από μόνη της ή σε συνδυασμό με φαρμακοθεραπεία.  Τα πιο αποτελεσματικά είδη ψυχοθεραπείας στην κατάθλιψη θεωρούνται:

  • Η γνωστική-συμπεριφορική.
  • Η Ψυχαναλυτική.
  • Η Γνωστική - Αναλυτική.

Σ υνοπτικά θα πρέπει να τονιστεί ότι:

  • Η κατάθλιψη είναι από τις πιο θεραπεύσιμες ασθένειες.
  • Μη φοβάστε να αναζητήσετε τη βοήθεια του ειδικού, ο ψυχίατρος μπορεί να σας βοηθήσει!
 

Από: Aurora Geib

 

Η λήψη βιταμίνης D κατά την νεανική ηλικία είναι καλό για το σώμα μακροπρόθεσμα. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα μιας μελέτης που διεξήχθη στο πανεπιστήμιο της Ζυρίχης, επαρκείς ποσότητες της βιταμίνης D που λαμβάνονται με συνέπεια, είναι αναγκαίες για τη διατήρηση της υγείας των οστών.

Πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι η διατήρηση υγιεινών διατροφικών συνηθειών είναι αρκετή, αλλά μόνο λίγες τροφές περιέχουν υψηλά επίπεδα σε βιταμίνη Σύμφωνα με τον Δρ Heike A. Bischoff-Ferrari της σχολής UZH, προκειμένου να λάβετε επαρκή ποσότητα βιταμίνης D μόνο μέσω της διατροφής, θα πρέπει να καταναλώνετε κάθε μέρα δύο μερίδες λιπαρών ψαριών όπως ο σολομός ή το σκουμπρί. Επομένως είναι απαραίτητο να αυξηθούν τα επίπεδα της βιταμίνης D στον οργανισμό, μέσω της επαρκούς έκθεσης στον ήλιο και συμπληρωμάτων διατροφής για τη διατήρηση της σωστής λειτουργίας του σώματος.

Τα πολλά πρόσωπα της βιταμίνης D

Δεκαετίες πριν, οι επαγγελματίες υγείας θεωρούσαν ότι η βιταμίνης D ήταν καλή μόνο για τη διατήρηση υγιών οστών και δοντιών. Οι πρόσφατες εξελίξεις στην επιστήμη όμως, έχουν φέρει αυτή την βιταμίνη στο επίκεντρο, με την αποκάλυψη του πολύπλευρου ρόλου της στην σωστή λειτουργία του ανθρώπινου σώματος και την ικανότητά της να μειώνει τον κίνδυνο ασθενειών.
Παρά τις πρόσφατες αποκαλύψεις σχετικά με τις δυνατότητες της βιταμίνης D, φαίνεται ότι δεν εκτιμούν όλοι αυτή την ανακάλυψη. Ο σημερινός τρόπος εργασίας σε κλειστούς χώρους έχει συμβάλει στην αύξηση των περιπτώσεων ανεπάρκειας της βιταμίνης D παγκοσμίως. Αυτό επιδεινώνεται από το γεγονός ότι δεν γνωρίζουν όλοι ότι μπορεί να έχουν ανεπάρκεια στην βιταμίνη D.

Έχω ανεπάρκεια στην βιταμίνη D;

Ο καλύτερος τρόπος για να ανακαλύψετε την ανεπάρκεια της βιταμίνης D είναι να κάνετε ένα τεστ αίματος που θα μετρήσει το επίπεδο της στο αίμα σας. Ωστόσο έχετε σίγουρα ανεπάρκεια αν έχετε κάποια από τις παρακάτω παθήσεις και θα πρέπει να συμβουλευτείτε το συντομότερο δυνατόν τον ιατρό σας σχετικά με τις διαθέσιμες επιλογές πρόληψης ή θεραπείας.

  1. Γρίπη: Σε μια μελέτη που δημοσιεύθηκε στo Cambridge Journals, ανακαλύφθηκε ότι η ανεπάρκεια της βιταμίνης D προδιαθέτει στα παιδιά ασθένειες του αναπνευστικού συστήματος. Μια άλλη μελέτη που διεξήχθη έδειξε ότι η βιταμίνη D μειώνει στα παιδιά τη συχνότητα εμφάνισης λοιμώξεων του αναπνευστικού.
  2. Μυϊκή αδυναμία: Σύμφωνα με τον κορυφαίο ειδικό της βιταμίνης D, Michael F. Holick η μυϊκή αδυναμία συνήθως προκαλείται από ανεπάρκεια της βιταμίνης D, επειδή για να λειτουργήσουν σωστά οι σκελετικοί μύες, πρέπει οι υποδοχείς τους να συντηρηθούν με βιταμίνη D.
  3. Ψωρίαση: Σε μια μελέτη που δημοσιεύθηκε από το κέντρο του Ηνωμένου Βασιλείου PubMed, διαπιστώθηκε ότι η συνθετική βιταμίνη D βρέθηκε χρήσιμη στη θεραπεία της ψωρίασης.
  4. Χρόνια νεφρική νόσος: Σύμφωνα με τον Holick, οι ασθενείς με προχωρημένη χρόνια νεφρικά νοσήματα (κυρίως εκείνων που χρειάζονται αιμοκάθαρση) δεν είναι σε θέση να παράξουν την ενεργή μορφή της βιταμίνης D. Αυτά τα άτομα χρειάζονται να λάβουν 1,25-dihydroxyvitamin D3 για να υποστηρίξουν το μεταβολισμό του ασβεστίου, να μειώσουν τον κίνδυνο της νεφρικής νόσου των οστών και να ρυθμίσουν τα επίπεδα των ορμονών του παραθυρεοειδούς αδένα.
  5. Διαβήτης: Μια μελέτη που πραγματοποιήθηκε στη Φινλανδία και δημοσιεύτηκε στο Lancet.com σύμφωνα με την οποία δόθηκαν σε 10.366 παιδιά, 2000 IU βιταμίνης D3 ημερησίως κατά τη διάρκεια της πρώτης ημέρας της ζωής τους. Τα παιδιά παρακολουθήθηκαν για 31 χρόνια και σε όλα, μειώθηκε ο κίνδυνος διαβήτη τύπου 1 κατά 80 τοις εκατό.
  6. Άσθμα: Η βιταμίνη D μπορεί να μειώσει τη σοβαρότητα των κρίσεων του άσθματος. Σε έρευνα που διεξήχθει στην Ιαπωνία, έδειξε ότι οι κρίσεις άσθματος σε μαθητές μειώθηκαν σημαντικά με την καθημερινή λήψη συμπληρώματος βιταμίνης D των 1200 IU.
  7. Περιοδοντική νόσος: Τα άτομα που πάσχουν από αυτή τη χρόνια ασθένεια των ούλων (που προκαλεί πρήξιμο και αιμορραγία των ούλων) πρέπει να αυξήσουν τα επίπεδα της βιταμίνης D για να παραχθούν defensins και cathelicidin, ενώσεις που περιέχουν μικροβιακές ιδιότητες και μειώνουν τον αριθμό των βακτηρίων στο στόμα.
  8. Καρδιαγγειακές παθήσεις: Η συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια συνδέεται με ανεπάρκεια της βιταμίνης D. Η έρευνα που διεξήχθει στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ σε νοσοκόμες διαπίστωσε ότι οι γυναίκες με χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D (17 ng / m [42 nmol / L]) είχαν 67% αυξημένο κίνδυνο να αναπτύξουν υπέρταση.
  9. Σχιζοφρένεια και κατάθλιψη: Αυτές οι διαταραχές συνδέονται με την ανεπάρκεια της βιταμίνης D. Σε μια μελέτη, διαπιστώθηκε ότι η διατήρηση επαρκούς επιπέδου βιταμίνης D στις έγκυες και κατά την παιδική ηλικία ήταν αναγκαία για την ικανοποίηση του υποδοχέα της βιταμίνης D στον εγκέφαλο, πολύ σημαντικό για την ανάπτυξη του εγκεφάλου και τη διατήρηση της ψυχικής λειτουργίας στη μετέπειτα ζωή.
  10. Καρκίνος: Ερευνητές στο Georgetown University Medical Center στην Ουάσιγκτον ανακάλυψαν μια σχέση μεταξύ της υψηλής πρόσληψης βιταμίνης D και μειωμένου κινδύνου του καρκίνου του μαστού. Τα ευρήματα, που παρουσιάστηκαν στην Αμερικανική Ένωση για την Έρευνα του Καρκίνου, έδειξαν ότι αυξημένες δόσεις βιταμίνης D συνδέονται με μείωση 75% στη συνολική ανάπτυξη του καρκίνου και μείωση 50% του όγκου σε περιπτώσεις μεταξύ εκείνων που ήδη είχαν την ασθένεια. Επιπλέον η ικανότητα της βιταμίνης να βοηθήσει στον έλεγχο της ανάπτυξης και της εξέλιξης του καρκίνου του μαστού και ειδικά των ευαίσθητων οιστρογόνων του καρκίνου του μαστού αποδεικνύεται προς όφελος των ασθενών.

Η πρόληψη είναι σημαντική

Οι παραπάνω καταστάσεις σχετικές με την έλλειψη της Βιταμίνης D, δεν πρέπει να είναι κάτι που να σας φοβίζει. Η πρόληψη μπορεί να βοηθήσει στην αποφυγή των περισσοτέρων χρόνιων παθήσεων που σχετίζονται με αυτή. Μπορείτε να γλιτώσετε πολλά χρήματα και ψυχική ηρεμία, απλώς κάνοντας μια βόλτα στον ήλιο.

 

Μετάφραση/απόδοση από το www.dromostherapeia.gr

  

Πηγή: www.naturalnews.com

- Η διαταραχή ταυτότητας φύλου χαρακτηρίζεται από έντονη και επίμονη ταυτοποίηση με το άλλο φύλο (όχι απλά επιθυμία για τα οποιαδήποτε πολιτισμικά πλεονεκτήματα θεωρείται ότι έχει το άλλο φύλο).

Τα συμπτώματα της διαταραχής ταυτότητας φύλου εκδηλώνονται συνήθως σε εξαιρετικά νεαρή ηλικία. Τα παιδιά μπορεί να αρνούνται να φορέσουν αντίστοιχα τυπικά αγορίστικα ή κοριτσίστικα ρούχα, να απεχθάνονται να παίρνουν μέρος σε τυπικά αγορίστικα ή κοριτσίστικα παιχνίδια και δραστηριότητες. Στις περισσότερες περιπτώσεις αυτό το είδος συμπεριφοράς αποτελεί ένα φυσιολογικό στάδιο ανάπτυξης, αλλά στις περιπτώσεις διαταραχής ταυτότητας φύλου η συμπεριφορά αυτή εξακολουθεί και στη μετέπειτα παιδική και εφηβική ηλικία και κατά την ενηλικίωση.

Τα παιδιά συνήθως εκδηλώνουν:

  1. Έντονη επιθυμία και επιμονή ότι ανήκουν στο άλλο φύλο.
  2. Τα αγόρια εκδηλώνουν προτίμηση για ένδυση με ρούχα του άλλου φύλου ή προσποιούνται ότι φορούν γυναικεία ρούχα. Τα κορίτσια επιμένουν να φορούν μόνο στερεότυπα ανδρικά ρούχα.
  3. Έντονη προτίμηση να έχουν στα φανταστικά ή πραγματικά τους παιχνίδια ρόλους του άλλου φύλου ή έχουν έντονες φαντασιώσεις κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού ότι ανήκουν στο άλλο φύλο.
  4. Έντονη επιθυμία να συμμετέχουν σε στερεότυπα παιχνίδια και τρόπους ψυχαγωγίας του άλλου φύλου.
  5. Έντονη προτίμηση για συμπαίκτες του άλλου φύλου.

Οι έφηβοι και οι ενήλικοι συνήθως εκδηλώνουν έντονη επιθυμία να τους θεωρούν οι άλλοι άτομα που ανήκουν στο άλλο φύλο, επιθυμία να ζουν και να αντιμετωπίζονται από τους άλλους ως άτομα του άλλου φύλου καθώς και πεποίθηση ότι διαθέτουν τα τυπικά συναισθήματα και τις αντιδράσεις του άλλου φύλου.

- Επίμονη δυσφορία με το φύλο του/ της ή αίσθηση ότι δεν ταιριάζει με το φυλετικό ρόλο αυτού του φύλου. Παρατηρείται έντονη ασυμφωνία ανάμεσα στο φύλο που δηλώθηκε στο πιστοποιητικό γεννήσεως και την ταυτότητα φύλου, την αίσθηση δηλαδή ότι «ανήκω σε ένα συγκεκριμένο φύλο» και τη συνείδηση ότι «είμαι αγόρι» ή «είμαι κορίτσι».

Στα παιδιά, η διαταραχή εκδηλώνεται με διάφορους τρόπους, όπως:

  • στα αγόρια, με ισχυρισμό ότι το πέος ή οι όρχεις είναι αηδιαστικά και θα εξαφανιστούν, ότι θα ήταν καλύτερα να μην έχουν πέος, με αποστροφή για άγρια παιχνίδια και απόρριψη των στερεότυπων αγορίστικων παιχνιδιών, αγώνων και δραστηριοτήτων.
  • στα κορίτσια, με απόρριψη της ούρησης σε καθιστή θέση, με ισχυρισμό ότι έχει ή ότι θα αναπτύξει πέος ή ότι δεν θέλει να αναπτύξει στήθος ή να έχει περίοδο καθώς και με έντονη αποστροφή για το συνηθισμένο θηλυπρεπές ντύσιμο.

Στους εφήβους και τους ενηλίκους, η διαταραχή εκδηλώνεται με συμπτώματα όπως η έντονη ενασχόληση με την απαλλαγή από τα πρωτεύοντα και δευτερεύοντα χαρακτηριστικά του φύλου του (π.χ. με αίτημα για λήψη ορμονών, εγχείρηση ή άλλες διαδικασίες προκειμένου να αλλάξουν τα σωματικά σεξουαλικά χαρακτηριστικά και να θεωρηθούν μέλος του άλλου φύλου) ή πεποίθηση ότι γεννήθηκε με «λάθος» φύλο.

- Οι εκδηλώσεις που προαναφέρθηκαν δεν συμπίπτουν με μια σωματική κατάσταση ενδιάμεσου φύλου.

- Το άτομο βιώνει έντονη ενόχληση και προβλήματα στον κοινωνικό, επαγγελματικό ή άλλους σημαντικούς τομείς της λειτουργικότητάς του. Το ίδιο νιώθει άγχος, ανασφάλεια, αμφιβολία και σταθερά άβολα συναισθήματα σχετικά με το βιολογικό φύλο στο οποίο γεννήθηκε. Για παράδειγμα, ένας άντρας νιώθει κατά βάσει ότι είναι γυναίκα αλλά ότι γεννήθηκε μέσα σε ένα αντρικό σώμα.

Διαταραχή ταυτότητας φύλου μη προσδιοριζόμενη αλλιώς

Η κατηγορία αυτή αφορά διαταραχές ταυτότητας φύλου που δεν εμπίπτουν στα συγκεκριμένα κριτήρια της διαταραχής ταυτότητας φύλου που προαναφέρθηκαν. Συμπεριλαμβάνονται:

  1. Καταστάσεις ενδιάμεσου φύλου (π.χ. σύνδρομο μη ευαισθησίας στα ανδρογόνα ή συγγενής υπερπλασία των επινεφριδίων) και συνοδός φυλετική δυσφορία.
  2. Παροδική, σχετιζόμενη με στρες, συμπεριφορά ένδυσης με ρούχα του αντίθετου φύλου.
  3. Επίμονη ενασχόληση με ευνουχισμό ή εκτομή του πέους, χωρίς παράλληλη επιθυμία να αποκτηθούν τα σεξουαλικά χαρακτηριστικά του άλλου φύλου.

Όπως προαναφέρθηκε, η διαταραχή ταυτότητας φύλου διακρίνεται από την παραφιλία του παρενδυσιακού φετιχισμού που αφορά έντονες, σεξουαλικά διεγερτικές φαντασιώσεις και συμπεριφορές του ατόμου που αφορούν την ένδυση με ρούχα του αντίθετου φύλου για λόγους συναισθηματικής ή σεξουαλικής ευχαρίστησης. Σε αυτές τις περιπτώσεις το άτομο είναι ευχαριστημένο με την ταυτότητα του βιολογικού του φύλου αλλά απολαμβάνει τη φαντασίωση του να «παριστάνει» ότι είναι μέλος του αντίθετου φύλου. Τέλος, σημειώνεται ότι η διαταραχή ταυτότητας φύλου δεν αφορά τη σεξουαλική προτίμηση, δηλαδή, σε αυτή την περίπτωση, το άτομο μπορεί να είναι ετεροφυλόφιλο, ομοφυλόφιλο ή bisexual, όπως συμβαίνει σε οποιεσδήποτε άλλες περιπτώσεις.

Η διαταραχή ταυτότητας φύλου δεν εμφανίζεται σε υψηλά ποσοστά στον ευρύτερο πληθυσμό, αλλά σημαντικά υψηλότερος αριθμός ατόμων σήμερα με τα ιδιαίτερα αυτά χαρακτηριστικά γίνεται γνωστός λόγω αυξανόμενης κοινωνικής ευαισθητοποίησης. Παρ' όλα αυτά, ακόμη υφίσταται σημαντικός βαθμός προκατάληψης και παρανόησης των συγκεκριμένων αυτών ατόμων και των ιδιαιτεροτήτων τους. Είναι σημαντικό ότι σήμερα υψηλότερο ποσοστό ατόμων που εκδηλώνουν διαταραχή ταυτότητας φύλου αναζητά ειδική βοήθεια και απευθύνεται σε ειδικούς ψυχικής υγείας. Η διαταραχή ταυτότητας φύλου εκδηλώνεται πέντε φορές πιο συχνά στους άντρες από ό, τι στις γυναίκες.

Τα επακριβή αίτια της διαταραχής δεν έχουν προσδιοριστεί επακριβώς και υφίσταται σημαντική αντιπαράθεση απόψεων σχετικά με το ζήτημα αυτό. Μέχρι πρόσφατα η διαταραχή ταυτότητας φύλου αντιμετωπιζόταν αποκλειστικά ως περίπτωση ψυχιατρικής διαταραχής, αποδιδόταν δηλαδή αποκλειστικά σε ψυχολογικά αίτια. Σύγχρονα ερευνητικά δεδομένα αμφισβητούν αυτή την εκδοχή θέτοντας θέματα βιολογικής εξέλιξης και βιολογικών παραγόντων που σχετίζονται με την εξέλιξη της ταυτότητας φύλου πριν από τη γέννηση. Οι έρευνες προς αυτή την κατεύθυνση και τον επακριβή προσδιορισμό των αιτιών της διαταραχής ταυτότητας φύλου βρίσκονται σε διαρκή εξέλιξη και πολλές έρευνες πρέπει να πραγματοποιηθούν προκειμένου να κατανοηθούν πλήρως τα επακριβή αίτιά της.

Η θεραπευτική αντιμετώπιση της διαταραχής ταυτότητας φύλου αποσκοπεί στην παροχή βοήθειας στο άτομο ώστε να αποκτήσει μεγαλύτερη «ισορροπία» και αίσθηση ευχαρίστησης σχετικά με τη δική του ταυτότητα φύλου. Σε ορισμένες περιπτώσεις η διαδικασία αυτή μπορεί να αφορά απλά το να ντύνεται και να ζει την καθημερινότητά του όπως το φύλο το οποίο θα επιθυμούσε να είναι. Σε άλλες περιπτώσεις μπορεί να αφορά συστηματική ορμονοθεραπεία και άλλου τύπου παρεμβάσεις προς αλλαγή της εξωτερικής του εμφάνισης. Τέλος, σε αρκετές περιπτώσεις η προσπάθεια αλλαγής μπορεί να αφορά χειρουργική επέμβαση που θα αλλάξει μόνιμα και ριζικά το ανατομικό φύλο. Σε κάθε περίπτωση απαιτείται σημαντική, εκτεταμένη και μακρόχρονη κλινική εκτίμηση και συμβουλευτική υποστήριξη προκειμένου το ίδιο το άτομο να νιώσει ασφαλές και να κατανοήσει το βαθμό στον οποίο θέλει να επέλθει η προσωπική του αλλαγή.

 

Βιβλιογραφία
- http://www.psychologia.gr/disorders/sexual%20disorders.htm
- DSM-III-R: Diagnostic & Statistical Manual of Mental Disorders (Third edition revised), American Psychiatric Association, USA 1987.

 

 

Ενας στους οκτώ Ελληνες, ηλικίας 15-65 ετών, υποφέρει από κοιλιακό πόνο με αρνητικό αντίκτυπο στην ποιότητα ζωής. Αυτό ήταν το βασικό μήνυμα της επιστημονικής εκδήλωσης που οργάνωσαν στις 20 Ιουνίου 2012 το Ελληνικό Κολλέγιο Γενικής Ιατρικής και η Ελληνική Εταιρεία Ερευνας και Εκπαίδευσης στην ΠΦΥ με θέμα την αντιμετώπιση του κοιλιακού πόνου.

Σύμφωνα δε, όπως δήλωσε ο κ. Νίκος Βιάζης, γαστρεντερολόγος, επιμελητής Α' της Β' Γαστρεντερολογικής Κλινικής του Νοσ. «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ», με την Πανελλήνια Επιδημιολογική Ερευνα, που πραγματοποίησε το ΕΛΙΓΑΣΤ, σε συνεργασία με την εταιρία Boehringer Ingelheim,ο κοιλιακός πόνος είναι συχνότερος στις γυναίκες (26%) σε σύγκριση με τους άνδρες (8%).

Η περισσότερο χρησιμοποιούμενη φαρμακευτική ουσία για την αντιμετώπιση του κοιλιακού πόνου, όπως ευερέθιστο έντερο, πυλωρόσπασμος, καρδιόσπασμος, επεσήμανε ο κ. Μανώλης Συμβουλάκης, γαστρεντερολόγος, είναι η βουτυλοβρωμιούχος υοσκίνη, δηλ. το γνωστό σε όλους μας Buscopan. Η βουτυλοβρωμιούχος υοσκίνη, συνέχισε ο κ. Μανώλης Συμβουλάκης, σύμφωνα με κλινικές μελέτες εδώ και πολλά χρόνια, παρέχει αποτελεσματική και άμεση ανακούφιση, ώστε οι ασθενείς να μπορούν να αντιμετωπίσουν τα συμπτώματά τους και να συνεχίσουν τις καθημερινές τους εργασίες. Η δραστική ουσία έχει μια μοναδικά στοχευμένη δράση στο πεπτικό σύστημα, η οποία επιτυγχάνει γρήγορη ανακούφιση από τον πόνο και τη δυσφορία σε αυτό, αντί απλώς να τον «κουκουλώνει».

Επιπλέον, η βουτυλοβρωμιούχος υοσκίνη απορροφάται σε πολύ μικρό ποσοστό, επομένως πρακτικά δρα τοπικά στον πεπτικό σωλήνα μόνο. Οι κλινικές μελέτες αλλά και η πρακτική εμπειρία πολλών ετών επιβεβαιώνουν ότι η θεραπευτική αυτή αντιμετώπιση του πόνου στην κοιλιακή χώρα με το εξειδικευμένο για αυτή την περιοχή φάρμακο έχει πολύ καλό προφίλ ασφάλειας.

Τα συμπτώματα του κοιλιακού πόνου, τόνισε ο κ. Γιώργος Καραμανώλης, λέκτορας Γαστρεντερολογίας Παν/μίου Αθηνών, είναι ποικίλα και μπορεί να διαφέρουν κατά πολύ μεταξύ τους. Πιο συγκεκριμένα, όταν παρουσιάζεται κοιλιακός πόνος μπορεί:

  • να είναι οξύς, ήπιος, έντονος, να μοιάζει με κράμπα, μονότονος (ή με πολλές άλλες περιγραφές)
  • να είναι σύντομος, να διακυμαίνεται ή να είναι σταθερός
  • να προκαλεί εμετό
  • να κάνει τον πάσχοντα να θέλει να μείνει ακίνητος ή ακόμη και να τον κάνει τόσο ανήσυχο που να πηγαινοέρχεται προσπαθώντας να βρει «ακριβώς την κατάλληλη θέση».

Υπάρχουν κάποια γεγονότα που βιώνονται με θυμό, απογοήτευση, θλίψη και άγχος και δεν είναι απαραίτητο εύκολα να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά. Οι γρήγοροι πλέον ρυθμοί της καθημερινότητας γεμίζουν ευθύνες, περιορίζουν τον ελεύθερο χρόνο και ως συνέπεια την χαλάρωση και την ενασχόληση με ευχάριστες δραστηριότητες, απαιτούν άμεση προσαρμογή. Αν τα συναισθήματα και οι σκέψεις δεν αντιμετωπιστούν ή το άτομο δεν είναι σε θέση μία δεδομένη χρονική στιγμή να τα διαχειριστεί μπορεί να εμφανίσει κάποια ψυχική διαταραχή.

Κάτω από το φάσμα των ψυχικών διαταραχών περιλαμβάνονται μια σειρά συμπτωμάτων ανάλογα με την διαγνωστική κατηγορία. Τα συμπτώματα χαρακτηρίζουν τη σκέψη, τη συμπεριφορά και τα συναισθήματα των ατόμων και επηρεάζουν την καθημερινή λειτουργικότητα και την επικοινωνία του με τους άλλους. Τα αίτια της εμφάνισης των ψυχικών διαταραχών ποικίλλουν με παράγοντες όπως το οικογενειακό ιστορικό και οι σχέσεις μέσα σε αυτήν, τα γενετικά χαρακτηριστικά, η βιοχημεία του εγκεφάλου, το φύλο, η ύπαρξη στρεσσογόνων γεγονότων και η προσωπικότητα να παίζουν καθοριστικό ρόλο. Παρόλα αυτά η ηλικία δεν έχει βρεθεί να είναι παράγοντας κινδύνου εφόσον μια ψυχική διαταραχή μπορεί να προσβάλλει άτομα ανεξαρτήτως ηλικίας και να πραγματοποιήσει την εμφάνιση της σε οποιαδήποτε περίοδο της ζωής του ατόμου. Τέλος μία ψυχική διαταραχή μπορεί να συνυπάρξει ή να είναι αποτέλεσμα μίας σωματικής ασθένειας π.χ. κατάθλιψη μετά από ένα εγκεφαλικό επεισόδιο ή κάποιο νευροεκφυλιστικό νόσημα όπως νόσος του Parkinson's ή Alzheimer's.

Οι ψυχικές διαταραχές παρουσιάζουν διαφοροποιήσεις όσον αφορά τη συχνότητα και την ένταση των συμπτωμάτων ακόμα και μέσα στις διαγνωστικές κατηγορίες. Το φάσμα των ψυχικών διαταραχών περιλαμβάνει καταστάσεις όπως οι συναισθηματικές (κατάθλιψη και δυσθυμία), οι αγχώδεις (κρίσεις πανικού, ψυχαναγκαστική διαταραχή και φοβίες), οι διαταραχές πρόσληψης τροφής (ανορεξία, βουλιμία, υπερφαγία), ψυχοσωματικές ασθένειες, προβλήματα ύπνου, αναπτυξιακές και μαθησιακές δυσκολίες, ασθένειες με οργανικά αίτια (ανοϊκά σύνδρομα), συνέπειες από χρήση και κατάχρηση αλκοόλ ή ψυχοτρόπων ουσιών και ψυχώσεις (σχιζοφρένεια και διπολική διαταραχή).

Κάποια από τα πιο κοινά συμπτώματα είναι η ένταση ή ανησυχία, συχνή κυρίως στις αγχώδεις διαταραχές, η συναισθηματική αστάθεια, η αμφιθυμία και η απώλεια ενδιαφέροντος για ευχάριστες δραστηριότητες, η μειωμένη συγκέντρωση και η έκπτωση της μνήμης που θεωρούνται βασικά χαρακτηριστικά της κατάθλιψης αλλά δεν περιορίζονται σε αυτήν τη διαγνωστική κατηγορία. Ψευδαισθήσεις και παραληρητικός ιδεασμός είναι κοινά στις ψυχώσεις ενώ τα άτομα που χρησιμοποιούν το φαγητό ως μέσο διευκόλυνσης των συναισθημάτων εμφανίζουν είτε υπερφαγικά επεισόδια με αντισταθμιστικές μεθόδους είτε ηθελημένη στέρηση φαγητού.

Οι ψυχικές διαταραχές είναι πολύ συχνές στο γενικό πληθυσμό. Υπολογίζεται ότι ένας στους 10 πάσχει από κάποια αγχώδη διαταραχή ενώ οι συναισθηματικές πλήττουν περίπου 1 στα 5 άτομα. Οι ψυχώσεις μπορεί να εμφανιστούν στο 1% του πληθυσμού ενώ 1 άτομο στα 20 άνω των 65 μπορεί να παρουσιάσει ανοϊκά συμπτώματα.

Για πολλές από τις διαγνωστικές κατηγορίες τα αίτια δεν είναι απολύτως γνωστά και θεωρείται πως οφείλονται σε έναν συνδυασμό τόσο περιβαλλοντολογικών, γενετικών όσο και παραγόντων της προσωπικότητας του ατόμου. Συχνά τα άτομα που πάσχουν από μία ψυχική διαταραχή έρχονται αντιμέτωπα με το κοινωνικό στίγμα. Ορισμένες απόψεις που κυριαρχούν αλλά δεν ισχύουν για τις ψυχικές διαταραχές και ίσως συμβάλλουν στην ενίσχυση του στίγματος είναι ότι οφείλονται σε αδυναμία χαρακτήρα, σε κακή διαπαιδαγώγηση από την οικογένεια και ότι δεν υπάρχει αποτελεσματικός τρόπος αντιμετώπισης. Τα άτομα που εμφανίζουν κάποια από τα συμπτώματα μίας ψυχικής διαταραχής δεν είναι αδύναμα ούτε αποτυχημένα όταν αποφασίζουν να επισκεφτούν έναν επαγγελματία ψυχικής υγείας.

Η ακριβής διάγνωση μίας ψυχικής διαταραχής αποτελεί το κλειδί για την σωστή θεραπεία είτε αυτή είναι φαρμακευτική είτε ψυχοθεραπευτική ή συνδυασμός αυτών. Η ενεργή συμμετοχή από την οικογένεια και το φιλικό περιβάλλον διευκολύνει τον πάσχοντα και μπορεί ακόμα να επιταχύνει και τη θεραπεία. Είναι σημαντική η άμεση και έγκαιρη προσέλευση σε έναν επαγγελματία ψυχικής υγείας προκειμένου να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά μία ψυχική ασθένεια ακόμα κι αν περιορίζεται σε κάποια ήπια συμπτώματα. Η υπομονή και αναμονή από το άτομο με την ελπίδα ότι τα συμπτώματα θα υποχωρήσουν μπορεί να επιδεινώσουν μία ενδεχόμενη διαταραχή και να προκαλέσουν ανεπιθύμητα αποτελέσματα στη θεραπεία.

 

 

Τι είναι το Σύνδρομο Χρόνιας Κόπωσης

Τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότερο συχνά ακούγεται ότι κάποιος παρουσιάζει σύνδρομο χρόνιας κόπωσης (ΣΧΚ). Φαίνεται ότι περίπου 2 στα 1000 άτομα πλέον παρουσιάζουν αυτή τη διαταραχή και συνηθέστερα εμφανίζεται σε άτομα τα οποία ζουν και εργάζονται σε πολύ πιεστικές συνθήκες σωματικές ή και πνευματικές. Επιπλέον, φαίνεται το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης να εμφανίζεται συχνότερα στις γυναίκες. Το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης είναι μία πολύπλοκη διαταραχή που χαρακτηρίζεται από σημαντική κόπωση του ατόμου η οποία δεν φαίνεται να ανακουφίζεται μετά από ύπνο ή ξεκούραση, ενώ παράλληλα επιδεινώνεται μετά από έντονη φυσική ή πνευματική δραστηριότητα. Συνήθως όσοι παρουσιάζουν σύνδρομο χρόνιας κόπωσης υποφέρουν από σωματική εξάντληση, τρέμουλα, μυϊκούς πόνους και πονοκεφάλους όπως και από διαταραχές ύπνου.

Τα συμπτώματά της είναι πολλά και δεν παρουσιάζουν όλοι τα ίδια συμπτώματα και στην ίδια βαρύτητα. Η εικόνα του συνδρόμου χρόνιας κόπωσης ποικίλει από άτομο σε άτομο από πιο ήπια μορφή έως και πολύ βαριά μορφή.

Τα συνηθέστερα συμπτώματα του συνδρόμου είναι:

• Αδυναμία
• Μυϊκοί πόνοι
• Πόνοι στις αρθρώσεις
• Διαταραχή μνήμης
• Διαταραχή συγκέντρωσης
• Αυπνία
• Ύπνος μη αναζωογονητικός
• Κεφαλαλγίες
• Κόπωση που διαρκεί για περισσότερο από 24 ώρες
• Πονόλαιμο
• Λεμφαδενοπάθεια
• Σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου

Όλα αυτά τα συμπτώματα έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην ποιότητα ζωής του ατόμου και στη συμμετοχή του στις καθημερινές του δραστηριότητες. Σε πολλές περιπτώσεις τα άτομα που παρουσιάζουν σύνδρομο χρόνιας κόπωσης, αναγκάζονται να περιορίσουν εξαιρετικά τις δραστηριότητές τους και μένουν στο σπίτι. Για να θεωρηθεί όμως, ότι κάποιος έχει το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης πρέπει να παρουσιάζει 4 ή και περισσότερα από τα παραπάνω συμπτώματα για περισσότερο από 6 μήνες και αυτά τα συμπτώματα να μην εξηγούνται από οργανικές παθήσεις.

Αιτιολογία

Ακόμα δεν έχουν διευκρινιστεί οι λόγοι που κάποιος μπορεί να παρουσιάσει σύνδρομο χρόνιας κόπωσης (ΣΧΚ). Το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης φαίνεται να αποτελεί μία πολύπλοκη διαταραχή που εμπλέκονται οργανικοί αλλά και ψυχολογικοί παράγοντες. Η πολυπλοκότητα των συμπτωμάτων θέτει αναγκαία την οργανική διερεύνηση. Η οργανική διερεύνηση, δηλαδή οι ιατρικές εξετάσεις συχνά αναδεικνύουν μία οργανική αιτία πίσω από το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης. Όμως στις περισσότερες τελικά περιπτώσεις φαίνεται να υπάρχει και κάποια ψυχική διαταραχή. Ακόμα όμως δεν είναι γνωστό αν η ψυχική διαταραχή προϋπάρχει του συνδρόμου και αποτελεί αιτιολογικό παράγοντα ή απλά συνυπάρχει με το σύνδρομο. Η συνηθέστερη ψυχική διαταραχή που διαγιγνώσκεται σε άτομα που παρουσιάζουν σύνδρομο χρόνιας κόπωσης είναι η κατάθλιψη ενώ μπορεί και να συνυπάρχουν και άλλες διαταραχές όπως οι αγχώδεις διαταραχές ή θέματα προσωπικότητας. Άλλες έρευνες προτείνουν ότι μπορεί να ευθύνονται ιογενείς καταστάσεις για την εκδήλωση του συνδρόμου, λοιμώδεις νόσοι και ανοσολογικές δυσλειτουργίες αλλά ούτε και σε αυτές τις περιπτώσεις υπάρχει επιβεβαίωση των ευρημάτων. Άλλες έρευνες δίνουν έμφαση στην ενδοκρινολογική λειτουργία και σε πιθανά νευρολογικά προβλήματα, χωρίς πάλι και αυτό να είναι επιβεβαιωμένο. Πιο απλοϊκές αιτιολογίες αποδίδουν την ύπαρξη του συνδρόμου σε προβλήματα διατροφής, κατάχρηση ουσιών και ανθυγιεινές συνθήκες εργασίας με έντονο στρες.

Ποιες θεραπείες υπάρχουν

Επειδή δεν έχουν εξακριβωθεί οι αιτίες που προκαλούν την εμφάνιση του συνδρόμου για αυτό το λόγο δεν μπορεί να υπάρχει μία και μόνο θεραπεία. Συνεπώς η θεραπεία πρέπει να είναι εξατομικευμένη, ανάλογα με το ιδιαίτερο ιστορικό και τις ιδιαίτερες ανάγκες του ατόμου που παρουσιάζει το σύνδρομο χρόνια κόπωσης. Άρα είναι σημαντικό αρχικά να γίνει ενδελεχής ιατρική διερεύνηση των οργανικών συμπτωμάτων και μία λεπτομερέστατη λήψη ιστορικού του ατόμου ώστε να αποφασιστεί το καταλληλότερο θεραπευτικό πλάνο για το άτομο που παρουσιάζει το σύνδρομο. Συνηθέστερα φαίνεται να είναι πιο αποτελεσματικό να εφαρμόζεται ένας συνδυασμός φαρμακευτικής αγωγής αλλά και ψυχοθεραπευτικής παρέμβασης.

Όσον αφορά τη φαρμακευτική αγωγή χορηγούνται διαφορετικά φάρμακα ανάλογα με τις ανάγκες του ατόμου. Έτσι μπορεί να χορηγούνται αναλγητικά, αντιφλεγμονώδη, αντισταμινικά ή ακόμα και αντικαταθλιπτικά. Τα αντικαταθλιπτικά χορηγούνται γιατί έχουν μία επίδραση στον πόνο, την ενέργεια και τον ύπνο του ατόμου αλλά και στη διάθεση του ατόμου που μπορεί να έχει επηρεαστεί λόγω της ύπαρξης τους συνδρόμου.

Όσον αφορά τη ψυχοθεραπευτική παρέμβαση φαίνεται να είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική η ψυχοεκπαιδευτική παρέμβαση η οποία θα βοηθήσει το άτομο να συλλέξει τις πληροφορίες που χρειάζεται για την αιτιολογία του συνδρόμου, για τα συμπτώματα του, την πρόγνωση. Ταυτόχρονα η ψυχοεκπαιδευτική διαδικασία μπορεί να προσφέρει στο άτομο τεχνικές διαχείρισης της καθημερινότητας, προγραμματισμού των δραστηριοτήτων όπως και του προγράμματος ύπνου που είναι καλό να ακολουθεί. Η γνωστική συμπεριφοριστική θεραπεία εκτός από την ψυχοεκπαίδευση μπορεί να παρέχει μία συνεχή στήριξη στο άτομο ώστε να μειωθεί. Το στρες που βιώνει

Βασικός στόχος της γνωσιακής συμπεριφοριστικής θεραπείας να εντοπισθούν και να τροποποιηθούν δυσλειτουργικές πεποιθήσεις σχετικά με τον εαυτό και τους άλλους. Πολύ βοηθητική μπορεί να είναι και η ένταξη σε μία ομάδα στήριξης όπου το άτομο θα γνωρίσει και άλλα άτομα που παρουσιάζουν το ίδιο πρόβλημα και έτσι θα αποστιγματίσει την κατάστασή του, θα βοηθηθεί να την απομυθοποιήσει όπως και επίσης να μοιραστεί τα συναισθήματά του με άλλους.

 

 

Σελίδα 1 από 4

Κολύμβηση

Video

O Δρόμος για την Θεραπεία αποτελεί το site στον χώρο της υγείας, που απευθύνεται σε ασθενείς, ενημερώνοντάς τους για θέματα κλασικής ιατρικής αλλά και εναλλακτικών θεραπειών.

Η ιστοσελίδα περιέχει πληροφορίες και άρθρα, με σκοπό την ενημέρωση και μόνο. Στην περίπτωση που θέλετε να εφαρμόσετε μία θεραπεία που αναγράφεται στο dromostherapeia.gr, επιβάλλεται να συμβουλευτείτε τον γιατρό σας. Η πληροφόρηση που δίνεται εδώ δεν είναι, δεν μπορεί και δεν πρέπει να χρησιμοποιείται σαν βάση για διάγνωση ή επιλογή θεραπείας.
Ο dromostherapeia.gr δεν φέρει καμία ευθύνη για τυχόν λάθη ή παραλείψεις ή οποιοδήποτε πρόβλημα προκύψει που να έχει σχέση με υλικό που περιλαμβάνεται σ’ αυτήν.