Γράφουν: Χρήστος Σέμογλου, Ογκολόγος Χειρουργός Συντονιστής Ογκολογικού Κέντρου & Αικατερίνη Σαββίδου, Γενική Χειρουργός, Ιατρικού Διαβαλκανικού
Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, η μελέτη του καρκίνου, αύξησε τις γνώσεις μας για τις οδούς εμφάνισης και εξέλιξης των νεοπλασματικών κυττάρων σε μοριακό και κυτταρικό επίπεδο. Παρά την πρόοδο που έχει συντελεσθεί, η διάγνωση και οι αποφάσεις για θεραπεία, ακόμη, στηρίζονται κυρίως σε κλασικές ιστοπαθολογικές και ανοσοϊστοχημικές τεχνικές. Η ανάγκη για μια συγκεκριμένη αξιολόγηση της νόσου, των προγνωστικών παραμέτρων και την εξατομικευμένη θεραπεία, γίνεται σήμερα πιο πιεστική. Αν και ασθενείς που έχουν διαγνωσθεί με πρώιμο καρκίνο του μαστού και έχουν καλούς προγνωστικούς παράγοντες (αρνητικοί μασχαλιαίοι λεμφαδένες -θετικοί οιστρογονικοί υποδοχείς, κ.λ.π.) έχουν άριστη πρόγνωση, 15% περίπου από αυτές θα εμφανίσουν υποτροπή μετά από 5ετή θεραπεία με ορμονικό χειρισμό. Από μελέτες που έγιναν, φάνηκε ότι ένα ποσοστό από αυτές τις ασθενείς θα ευεργετηθούν περαιτέρω με την προσθήκη χημειοθεραπείας.
Από την άλλη όμως είναι υπερβολικό να αντιμετωπίσουμε όλες τις γυναίκες με πρώιμο καρκίνο του μαστού με χημειοθεραπεία, που συνοδεύεται από σημαντικές παρενέργειες. Μέχρι σήμερα, η απόφαση για το ποιες γυναίκες με πρώιμο καρκίνο του μαστού και θετικούς οιστρογονικούς υποδοχείς θα αντιμετωπιστεί με ορμονικό χειρισμό ή και χημειοθεραπεία, βασίζεται σε κλινικά και ιστολογικά κριτήρια, μερικά από τα οποία είναι η ηλικία της ασθενούς, το μέγεθος του όγκου, ο βαθμός διαφοροποίησης (grade). Ακόμη και με αυτόν τον τρόπο όμως, πολλές ασθενείς «υπερθεραπεύονται», χωρίς ουσιαστικά να έχουν επιπλέον όφελος στην επιβίωση ή την πιθανότητα για υποτροπή. Επομένως, εξειδικευμένες προγνωστικές - ποιοτικές και ποσοτικές - αναλύσεις που μπορούν να ταυτοποιήσουν τις γυναίκες που θα οφεληθούν από το συνδυασμό χημειοθεραπείας -ταμοξιφαίνης, ή αυτές για την οποίες αρκεί μόνη η ταμοξιφαίνη, και οι οποίες αναλύσεις θα είναι εύκολες στην διενέργεια τους, είναι πολύτιμη βοήθεια στα χέρια των ειδικών. Μια τέτοια ανάλυση, βασισμένη σε μεγάλες πολυκεντρικές μελέτες, είναι το 21 - Gene Recurrense Score (Oncotype DX). Η μέθοδος έχει προγνωστική δυνατότητα για πιθανότητα υποτροπής στη 10ετία μετά από αγωγή με Ταμοξιφαίνη, και προβλεπτική για το όφελος από τη χημειοθεραπεία για τη συγκεκριμένη ασθενή. Βασίζεται στη μελέτη καρκινικού ιστού (block παραφίνης) και την έκφραση του mRNA 16 γονιδίων που συνδέονται με τον καρκίνο και 5 γονιδίων αναφοράς. Η αξία της μεθόδου υποστηρίζεται από μεγάλες μελέτες, όπως η ΝSΑΒΡ Β-14 και Β-20. Αφορά γυναίκες με πρώιμο καρκίνο του μαστού, προεμμηνοπαυσιακές και μετεμμηνοπαυσιακές, με αρνητικούς μασχαλιαίους λεμφαδένες, θετικούς οιστρογονικούς υποδοχείς και αρνητικό ΗΕΡ2/neu.
Το recurrence score που βγαίνει δείχνει την πιθανότητα υποτροπής της νόσου στη 10ετία μετά από θεραπεία μόνο με Ταμοξιψαίνη. Χαμηλό σκορ συνηγορεί κατά της προσθήκης χημειοθεραπείας. Επίσης, επαναπροσδιορίζει οισιρογονικούς και προγεστερονικούς υποδοχείς και το ΗΕΡ2. Φαίνεται, από τα αποτελέσματα των μελετών, ότι η παρούσα εξέταση παρέχει αξιόπιστες πληροφορίες, που Βοηθούν στη λήψη της θεραπευτικής απόφασης. Επίσης, φάνηκε ότι οι ασθενείς αισθάνονται μεγαλύτερη ασφάλεια για τη θεραπεία που προτείνεται και πειθαρχούν περισσότερο. Από την άλλη είναι ένα χρήσιμο εργαλείο για το γιατρό που, σε μερικές περιπτώσεις, βρίσκεται σε δίλημμα για το ποια είναι η ενδεδειγμένη θεραπεία για την ασθενή του. Έχει μπει στις διεθνείς οδηγίες, για τον καρκίνο του μαστού, οργανισμών όπως το ΝCCΝ.
Η εξέλιξη της μεθόδου δεν σταματά εδώ. Με την προοπτική μελέτη ΤAILORx, προσπαθεί να περιορίσει τη ζώνη ενδιάμεσου κινδύνου. Η μέθοδος επεκτείνεται ακόμη και στις γυναίκες με θετικούς έως 3 μασχαλιαίους λεμφαδένες.
Το σημαντικό μειονέκτημα της μεθόδου είναι το κόστος για την ασθενή (στην Ελλάδα ορισμένα μόνο ασφαλιστικά ταμεία καλύπτουν την εξέταση).
Επομένως, η σωστή επιλογή των ασθενών που χρειάζονται την εξέταση, θα βοηθήσει στην αποφυγή της «υπερθεραπείας» γυναικών που είναι χαμηλού κινδύνου υποτροπής. Τέλος, η μέθοδος εφαρμόζεται στους ασθενείς με καρκίνο του παχέος εντέρου σταδίου II, στους οποίους η χορήγηση συμπληρωματικής θεραπείας μετά την εγχείρηση είναι «γκρίζα ζώνη».
Τελευταία άρθρα από τον/την .
- Το Nusinersen Εγκρίθηκε στην ΕΕ ως η Πρώτη Θεραπεία για τη Νωτιαία Μυϊκή Ατροφία (SMA)
- Παρουσίαση δεδομένων για τη μελέτη CheckMate -204 που αξιολογεί το συνδυασμό nivolumab και ipilimuma
- Γυναικολογία: Κολπική ατροφία, Πολυβιταμινούχα συμπληρώματα κατά την εγκυμοσύνη και τον Θηλασμό
- Πρωτοποριακή Συνδυαστική Θεραπεία για τον Καρκίνο του Εγκεφάλου (γλοίωμα βαθμού IV)
- Τροφές για σούπερ ενυδάτωση το καλοκαίρι





